Πέμπτη

Μια Κυριακή στην όχθη του Δούναβη

Ο Δημήτρης Χατζής στην Βουδαπέστη το 1948 (LIFO)

ΜΙΑ ΚΥΡΙΑΚΗ ΣΤΗΝ ΟΧΘΗ ΤΟΥ ΔΟΥΝΑΒΗ


Κουβεντιάζοντας με τον έξοχο πεζογράφο Δημήτρη Χατζή για τέχνη και πατρίδα

του ΤΑΣΟΥ ΒΟΥΡΝΑ


Η Κυριακή εφτά του Ιούλη ήταν μια ζεστή καλοκαιρινή μέρα, που θύμιζε Ελλάδα. Το Έστεργκομ είναι μια παλιά μαγυάρικη πόλη πενήντα χιλιόμετρα έξω από τη Βουδαπέστη στη στροφή του Δούναβη κοντά στα τσέχικα σύνορα. Ο Χατζής είναι ξαπλωμένος κατάχαμα στο παχύ χορτάρι της όχθης του Δούναβη, εγώ δίπλα του και μου διαβάζει μεγαλόφωνα την “25η ραψωδία της Οδύσσειας” του Λειβαδίτη. Εκρηκτικός, ενθουσιώδης, εγκάρδιος. Ρωμηός Πριν απ’ όλα, κάθε τόσο φιλάει με πάθος εραστή τις σελίδες του βιβλίου. Κι’ εγώ τον ακούω.καθώς οι στίχοι βουίζουν σα μελίσσι γύρω μας, σκεφτόμαστε ότι είναι καιρός πια να συμμαζέψω τις δημοσιογραφικές μου σημειώσεις, να τις συμπληρώσω και να στριμώξω επί τέλους τούτο το …δολιχοκέφαλο Ηπειρώτη Με την πελώρια και παιδική χαρά, που με το σπαθί του έχει κερδίσει εδώ και κάμποσα χρόνια τον τίτλο κορυφαίου ζωγράφου της σύγχρονης Ελλάδας και να μου μιλήσει για την δουλειά του. Γιατί ενώ είναι πρόθυμος για κάθε κουβέντα, όταν πρόκειται για τον εαυτό του βουβαίνεται. Μετριοφροσύνη; Όχι νομίζω. Κάτι γνησιώτερο. Η αγωνία του δημιουργού για το έργο του,η αδιάκοπη αμφιβολία που μετουσιώνεται στο στίχο του Κλωντέλ: “Κάτι καινούργιο, ακόμα κάτι καινούργιο, πάντα κάτι καινούργιο”.


ΜΙΑ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΗ ΕΞΟΜΟΛΟΓΗΣΗ


Αυτή τη φορά, όμως, δεν μου γλυτώνει ο Χατζής. Το στρίμωγμα είναι γερό. Από την πλευρά μου του έχω κάνει συνεχείς … οκτάωρες διαλέξεις για την λογοτεχνία στην Ελλάδα , για πρόσωπα, πράγματα, έργα. “λέγε, αδελφέ μου!” είναι η επωδός του. Τώρα, όμως, έφθασε η στιγμή της αντίδρασης:

  • Λέγε και συ!

  • Τι θέλεις να μάθεις;ψιθυρίζει στεναχωρημένος.

  • Για όλα. Για την ζωή σου, τη δουλειά σου, τα σχέδια σου!

  • Αν νομίζεις ότι ενδιαφέρουν το κοινό εκεί κάτω στην πατρίδα…

  • Ο κόσμος φλέγεται να μάθει για την πνευματική δραστηριότητα της προσφυγιάς.

Είχα πατήσει τον κάλο του, που λέμε. Ο Χατζής αρχίζει:

  • Ήρθα στη Βουδαπέστη από το βερολίνο, όπου επί πέντε χρόνια εργάστηκα στο ελληνικό ινστιτούτο της γερμανικής Ακαδημίας των Επιστημών. Εφυγα για λόγους εντελώς ιδιωτικούς. Θα εγκατασταθώ εδώ οριστικά. Έχω πολλές ελπίδες πως ως την ερχόμενη σχολική χρονιά θα έχω και στη Βουδαπέστη μια ανάλογη θέση ώστε να μπορεί να είμαι χρήσιμος στα ελληνικά γράμματα.

  • Τι εννοείς μ’ αυτό;

  • Να εξηγηθώ. Στη γερμανία, μαζί με τη Μέλπω Αξιώτη, μπορέσαμε να εκδώσουμε στα γερμανικά μιά ανθολογία ελληνικών διηγημάτων, που έκανε γνωστή εκεί τη νέα μας πεζογραφία. Επιμελήθηκα επίσης και μερικές άλλες εκδόσεις, τόσο μέσα στο Ινστιτούτο, όσο και έξω απ’ αυτό, νεοελληνικών κειμένων και άλλων έργων. Εδώ ευτύχησα να ιδώ να τυπώνεται μια άλλη ανθολογία νεοελληνικών διηγημάτων στα ουγγρικά, που είχε αρκετή επιτυχία, παρά τα κάποια λάθη που πέρασαν, επειδή έλειπα από τη Βουδαπέστη. Τώρα επιμελούμαι μια έκδοση νεοελληνικών παραμυθιών, ένα τόμο με ποιήματα του Ρίτσου (η Ζιζή Μακρή θα τον εικονογραφήσει με έξη εκτός κειμένου ξυλογραφίες) και επίσης ένα τόμο από 200 περίπου σελίδες σύγχρονης νεοελληνικής ποίησης από ποιητές της νέας γενιάς. Εδώ θα έχουν θέση εκτός από τους άλλους και ο Λειβαδίτης με το τελευταίο ποίημα του “25η ραψωδία της Οδύσσειας”, που είναι πραγματικά έξοχο. Αυτές είναι οι τρέχουσες επαγγελματικές μου ασχολίες. Όπως βλέπεις οι Μαγυάροι μας δίνουν αρκετές δυνατότητες να κάνουμε γνωστή τη σύγχρονη λογοτεχνίας μας. Σκέφτηκα, λοιπόν, ότι και εμείς οι Ρωμιοί έχουμε την υποχρέωση να κάνουμε γνωστή στους συμπατριώτες μας στην Ελλάδα τη σύγχρονη ουγγρική λογοτεχνία. Έχω ζητήσει από την “Επιθεώρηση Τέχνης” να αφιερώσει ένα ειδικό τεύχος το Σεπτέμβρη ή τον Οκτώβρη για να δώσουμε μιά, όσο το δυνατό πιο πιστή, εικόνα της σύγχρονης μαγυάρικης πνευματικής, φιλολογικής, λογοτεχνικής και καλλιτεχνικής δραστηριότητας. Η “Επιθεώρηση Τέχνης” δέχτηκε πρόθυμα κι’ εγώ χαίρομαι που θα γίνει αυτή η δουλειά. 


ΕΠΑΝΑΠΑΤΡΙΣΜΟΣ ΚΑΙ ΝΟΣΤΑΛΓΙΑ


  • Πως βλέπεις τις συνθήκες της δουλειάς σου και της παραμονής σου στο φιλόξενο για την ελληνική προσφυγιά έδαφος της Λ.Δ. της Ουγγαρίας;

  • Πριν απ’ όλα πρέπει να θίξω το ζήτημα της νοσταλγίας, που αρκετές φορές επανήλθε στον Τύπο τον τελευταίο καιρό. Αναμφισβήτητα όλοι νοσταλγούμε την πατρίδα. Αναμφισβήτητα υπάρχουν ανάμεσά μας και μερικοί που γι’ αυτούς η νοσταλγία είναι οδυνηρή. Και αναμφισβήτητα πρέπει να ευχαριστήσουμε μερικούς δημοσιογράφους απ’ την πατρίδα, που δεν είναι ομοϊδεάτες μας και που ωστόσο με συμπάθεια και κατανόηση έγραψαν για τον επαναπατρισμό μας. Μερικές φορές ωστόσο μερικοί από μας  παραβλέπουν όλες τις άλλες πλευρές το ζητήματος και προβάλλουν κάπως υπερβολικά μονάχα αυτό το στοιχείο της νοσταλγίας, σαν αποκλειστική δικαιολόγηση του αιτήματος του επαναπατρισμού. Νομίζω προσωπικά ότι το ζήτημα του επαναπατρισμού μας είναι ένα αίτημα πολιτικό προπαντός, μαζί με ότι είναι και ένα ζήτημα δικαιοσύνης, τόσα χρόνια ύστερα από τότε που φύγαμε. 


Η ΑΓΩΝΙΑ ΕΝΟΣ ΔΗΜΙΟΥΡΓΟΥ


Φυσικά για μένα το ζήτημα της επιστροφής στην Ελλάδα είναι και ζήτημα νοσταλγίας  και ζήτημα πολιτικό και ζήτημα δικαιοσύνης, αλλά όπως το καταλαβαίνεις  πολύ καλά είναι επίσης ζήτημα πηγών συγγραφικών, δηλαδή ζήτημα ζωής για μένα το γραφιά. Πιστεύω βαθιά στην ανάγκη να δημιουργηθεί, ή αν θέλεις να προωθηθεί παραπέρα, μιά πρόζα που να ανταποκρίνεται στις σημερινές ανάγκες, που να είναι μία σύνθεση ρεαλιστική της σημερινής ελληνικής πραγματικότητας. Πολλές φορές φοβάμαι πως εγώ διατρέχω διαρκώς τον κίνδυνο να μείνω έξω από μια τέτοια προσπάθεια, που τη θεωρώ το πιο σπουδαίο πνευματικό καθήκον των προοδευτικών συγγραφέων και των κριτικών μας αυτή τη στιγμή. Πιστεύω βαθιά ότι η αστική πεζογραφία δεν μπορεί να δώσει τίποτα πια. Η απουσία ιδεών στα έργα των πιό δόκιμων συγγραφέων που την εκπροσωπούν είναι τρομακτική. Πιστεύω επίσης πως ο Καζαντζάκης, που μόλις ο ίδιος μπορεί να σωθεί με την ειλικρίνεια του πνευματικού του πάθους, έκανε μεγάλο κακό, δημιουργώντας μια ολόκληρη σχολή πεζογράφων με ψεύτικη και εξωκοινωνική “δραματικότητα”, που είναι ο θάνατος της λογοτεχνίας. Η πεζογραφία μας πλημμύρισε από ψευτοηρωικά πρόσωπα, δήθεν “μοναχικά” υπεράτομα. Νομίζω πως μιά επάνοδος στις καθαρές πηγές της ελληνικής ζωής είναι το άμεσο καθήκον μας. Είναι βέβαια, κίνδυνος, όπως έγραφα στον εξαίρετο Φραγκιά, μια τέτοια προσπάθεια να μας ανάγκαζε να περάσουμε για ένα καιρό κάτω από τα καυδιανά δίκρανα*  της μίμησης του ξεπερασμένου πια ιταλικού νεορεαλισμού. Θα ήταν ωστόσο προτιμώτερο, παρά να μείνουμε σ’ αυτόν τον επαρχιωτισμό που κουβαλάει ακόμα ολόκληρη η αστική μας πεζογραφία ή σ’ αυτήν την  χωρίς ρίζες μίμηση μιας δήθεν προβληματικής που φτάνει από το ουζοπωλείο ως το βιβλιοπωλείο. Να γιατί εγώ φοβάμαι πως θα μείνω έξω από μία τέτοια προσπάθεια.Κι’ αυτό, καταλαβαίνεις πολλές φορές με πικραίνει.Χρειάζεται η άμεση επαφή μ’ αυτή, την κατά τη γνώμη μου, ραγδαία αναμορφούμενη ελληνική πραγματικότητα. προσπαθώ να μαντεύω την αλλαγή, να την “πιάνω” μέσα από τα γραφτά που φτάνουν στα χέρια μου. και εσύ το ξέρεις καλύτερα από κάθε άλλο, τι ξεδιάντροπος ζητιάνος έγινα, παρακαλώντας συνεχώς συγγραφείς κι’ εκδότες στην πατριδα να μου στέλνουν κανέναν βιβλίο. 

  • Τι ετοιμάζεις τώρα;

  • Πιστεύω από το Σεπτέμβρη ή τον Οκτώβρη να αρχίσετε στην “Επιθεώρηση Τέχνης” τη δημοσίευση ενός μικρού μυθιστορήματος που έχω σχεδόν έτοιμο.

  • Τίτλος;

  • “Ιντερμέδια μέσα στην κατάρρευση”. Χρονολογία του το ελληνικό 1941. Εσείς θα το κρίνετε. Θα επιθυμούσα μέσα σ’ αυτό τον χρόνο να ιδεί το φως στην Ελλάδα και η άλλη συλλογή διηγημάτων μου “Ανυπεράσπιστοι” που τα περισσότερά της έχουν δημοσιευθεί.

Τελειώσαμε. Πάνω στο Δούναβη, καθώς νυχτώνει, πέφτει αργά το πούσι της λιπαρής  Μαγυάρικης γης. Στο ποτάμι περνούν τεράστια σλέπια τραβώντας προς τον νότο. Σωπαίνουμε πια   κοιτάζοντας το γκρίζο νερό ν΄αργοσαλεύει. Και μέσα μου νιώθω να φτερουγίζει η συγκίνηση καθώς δέχτηκα την εξομολόγηση ενός έξοχου συγγραφέα της Ρωμιοσύνης μας. Πότε θάρθει γι’ αυτόν η άγια ώρα της πατρίδας;  


ΤΑΣΟΣ  ΒΟΥΡΝΑΣ 

Αυγή 6 Αυγούστου 1963



 

Σάββατο

Musca domestica - Μακρόνησος

 



"Ένας μαύρος κόμπος γεμάτος φυσική ενέργεια κείτεται στη χούφτα σου. Τα διάφανα φτερά της με τις συμμετρικές διακλαδώσεις των νεύρων τους, έχουν μια υπέροχη διάταξη. Τα κομψά πόδια της δεν σταματούν ποτέ, οι αρθρώσεις τους κρύβουν τεράστια δύναμη. Αν είχες και συ γόνατα από ατσάλι... και τα μάτια της!...
...........................................................................................................................................................


Όλος ο κόσμος σκεπάστηκε από αυτή τη μύγα που γιγαντώθηκε κι' έγινε ένα φτερωτό τέρας με εξογκωμένα γυαλιστερά μάτια, σουβλερό ρύγχος, δαγκάνες, αδηφάγα σαγόνια, κεραίες, θώρακα και σιδερένια πολύσπαστα πόδια.
Ένας πανίσχυρος και τέλειος οργανισμός, με σκοτεινή κι' ανεξιχνίαστη βούληση κλεισμένη σ' αυτό το τριχωτό μέταλλο. 
Η πρησμένη κοιλιά της από ταιριασμένα τσέρκια γεννάει χιλιάδες αυγά, οι κεραίες πιάνουν περίεργα μηνύματα, η βουλιμία οδηγεί το θηρίο παντού. 
Αυτή η μηχανή έχει κέλυφος, αρμούς, σηματολήπτες, οφθαλμούς μεγάλους κι' εποπτικούς, γαστέρα, σύγχος που τρυπάει.
Ένα ρίγος φρίκης σε διατρέχει μπροστά σ' αυτό το ζώο με την τερατωδη δύναμη που του δίνει ο ακατανόητος μηχανισμός του."

Ανδρέας Φραγκιάς
Λοιμός
* Από το μυθιστόρημα του Ανδρέα Φραγκιά, εμπνεύστηκε
   ο Παντελής Βούλγαρης για την ταινία του "Happy Day" 


Κυριακή

Άλλες Αλήθειες για το Σούλι, από τον Σ.Ι. Ασδραχά

 Οι νεώτεροι λόγιοι που ασχολήθηκαν με την ανατίναξη του Κουγκίου και το θάνατο του σαμουήλ, δεν πρόσεξαν μια μαρτυρία που λύνει το ζήτημα των συνθηκών κάτω από τις οποίες διαδραματίσθηκαν τα αμφισβητούμενα από το 1803 γεγονότα. Έτσι ο εκδότης του Περραιβού Μ.Μ. Παπαϊωάννου σχολιάζοντας την μαρτυρία του Χατζή Σεχρέτη, σύμφωνα με την οποία το Κούγκι το ανατίναξε με διαταγή του Αλή πασά ο Φώτος Τζαβέλας και όχι ο ίδιος ο Σαμουήλ, παρατηρεί: “ο Περραιβός μας βεβαιώνει πως έκανε ειδική έρευνα για να μάθει πως ακριβώς ανατινάχθηκε η μπαρουταποθήκη στο Κούγκι. Άλλωστε δεν είχε λόγους να ωραιοποιήσει τον θάνατο του Σαμουήλ”. Όπως είναι γνωστό, ο Περραιβός κατέληξε στο συμπέρασμα (ή θέλησε να καταλήξει σ’ αυτό το συμπέρασμα χάρη της υστεροφημίας του Τζαβέλα) ότι ο ίδιος ο Σαμουήλ ανατίναξε τη μπαρουταποθήκη· ο εκδότης του υιοθετεί την ίδια εκδοχή, που άλλωστε είναι και η περισσότερο διαδεδομένη. Άλλος λόγιος που έγραψε τελευταία ένα βιβλίο για το Σούλι, εξετάζοντας όσες εκδοχές διατυπώθηκαν για τα γεγονότα του Κουγκίου, διαβλέπει ότι η ορθότερη είναι του Χατζή Σερέτη. 




Η μαρτυρία που δεν επισημάνθηκε είναι μια ενθύμηση γραμμένη πάνω σε τοιχογραφία της εκκλησίας του αγίου Νικολάου στο ηπειρώτικο χωριό Σέλιανητης Σωπικής. Έχει η ενθύμηση χρονολογία “1803: δεκεμβρίου: 3” και επαληθεύει την μαρτυρία του Χατζή Σεχρέτη: η αυτοθυσία του Σαμουήλ είναι ένα πλάσμα δημιουργημένο αμέσως μετά τον θάνατό του· η ανατίναξη του Κουγκίου ήταν στην πραγματικότητα έργο του Φώτου Τζαβέλα. Ο Χατζή Σεχρέτης ανέφερε ότι ο Σαμουήλ πληροφόρησε τον απεσταλμένο του Αλή πασά Φώτο Τζαβέλα, που ήταν επιφορτισμένος να παραδοθεί με την προϋπόθεση ότι ο πασάς θα τον αποζημίωνε για το μπαρούτι που είχε αποθηκευμένο στο Κούγκι· ως εγγυητή και εκτιμητή της αξίας του μπαρουτιού ζήτησε το “παιδί του παπαγιάννη” από τη Σωπική. όταν έφτασε ο εγγυητής, ο Τζαβέλας έβαλε στην κατάλληλη στιγμή φωτιά στην μπαρουταποθήκη:

τους γύρισε ο τζεμπεχανές, στην μαύρην γης εμπήκαν

                             όσ’ ήταν στον Καλόγερον καθόλου δε φανήκαν




Η ενθύμηση είναι σε μερικά σημεία αναλυτικότερη: ο εγγυητής ονομαζόταν Ζήσος και ήταν γιός του “κύρ παπά Ιωάννου Οικονόμου” από τη Σέλιανη της Σωπικής· είχε σταλεί στο Σούλι μαζί με 600 εργάτες, επιφορτισμένους, σύμφωνα με τις υποχρεώσεις, ίσως, των συντεχνιών απέναντι στις τουρκικές αρχές,  να προσφέρουν τις υπηρεσίες τους στο στράτευμα σε όλο το διάστημα της εκστρατείας· αυτός και δύο άλλοι, ο Πασόμπεης και κάποιος Χρίστος “του Κυρίτζη Θανάση”, πήγαν στο Κούγκι “δια να εβγάλουν τον καλόγερον” με διαταγή του βελή και όχι του Αλή πασά.

Ένα τελευταίο ζήτημα: είναι ενδεχόμενο να υποθέσει κανείς ότι τόσο ο Χατζή Σεχρέτης όσο και η ενθύμηση εκφράζουν απλώς μιά από τις εκδοχές του γεγονότος, ίσως όχι και τη σωστή. Ανεξάρτητα όμως από το ότι η σύμπτωση των πληροφοριών δύο πηγών, που η μία δεν ανάγεται στην άλλη, είναι μια απόδειξη για την εγκυρότητα των μαρτυριών που διασταυρώνονται μ’ αυτό τον τρόπο, υπάρχει και ένα άλλο τεκμήριο για την αποδεικτική αξία της ενθύμησης: η ενθύμηση προέρχεται από την ιδιαίτερη πατρίδα του Ζήσου·οι συμπατριώτες του και πολύ περισσότερο ο πατέρας του είχαν κάθε λόγο να μάθουν την αλήθεια γύρω από το θάνατό του, όταν μάλιστα από την αρχή υπήρχαν διαφορετικές απόψεις για το περιστατικό. Έτσι, στην ενθύμηση πρέπει να δει κανείς κάτι περισσότερο από μια απλή φήμη, δηλαδή την πραγματική εξιστόρηση του γεγονότος. Γιατί όμως ο Αλής ή ο βελής επιζητούν το θάνατο του σαμουήλ ή γιατί δεν περιμένουν να βρουν την ευκαιρία να τον θανατώσουν μετά από την παράδοσή του; Είναι ευνόητο ότι σ’ αυτά τα ερωτήματα θα μπορούσαν να δοθούν ορισμένες απαντήσεις που, στερημένες από πραγματικό αποδεικτικό υλικό, θα οδηγούσαν σε όχι απαραίτητες λογικές ή λογικοφανείς υποθέσεις. 


ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ

  1. Χριστόφορος Περραιβός, Άπαντα…, Αθήνα 1956, σ. 196-197·πβ173-177

  2. Χριστόφορος Περραιβός, έν. ά., σ. 189-190

  3. Γ. Μπενέκος, Οι αληθινοί Σουλιώτες, Αθήνα 1968, σ. 159-160· στις σ. 169-170 παρατίθενται οι εκδοχές σχετικά με τον θάνατο του Σαμουήλ.

  4. Π.Η. Πουλίτσας, επιγραφαί και ενθυμήσεις εκ της Βορείου ηπείρου, περ. “Επετηρίς Εταιρείας Βυζαντινών Σπουδών”. τ. 5(1928), σ. 71: “ 1803 Δεκεμβρίου 3. Θύμηση όντας επήρε το σούλι ο κυρ βεζίρ Αλήπασας. Τότες είχε στειλμένον και τον Ζήσον τον υιόν του κυρ πα(πά) Ιωάννου οικονόμου στο Σούλι με τους εργάτες από όλα τα βιλαέτια·με 600 εργάτες ήταν. και τον έστειλε ο Βελήπασας μέσα στο κούγκι με τον Πασόμπεγην δια να εβγάλουν τον καλόγερον όπου ήσαν (sic) κλεισμένος μέσα. και τότε έβαλε φωτιά στο μπαρούτι ο Φώτο Τζαβέλας, εκεί όπου εκουβέντιαζε ο Ζήσος με τον καλόγερον, και τον έκαψε μέσα τον κύρ Ζήσον μαζί με τον καλόγερον. Ήταν και ο Χρίστος του Κυρίτζη Θανάση με τον Ζήσον και εκάηκε και αυτός μέσα μαζί με τον αφέντη του. Και όποιος λειτουργήσει εδώ να τους μνημονεύει και έχει τον μισθόν παρά Θεού”. 

  5. Σπ. Π. Αραβαντινός, ιστορία του Αλή πασά…, σ. 163-164



Σ.Ι.Ασδραχάς                                                 

Παρασκευή

Ένας σωστός Αγωνιστής.



Γράφει η Έλλη Αλεξίου στο σημείωμά της "Να ένας σωστός Έλληνας!" για τον Γιώργη Κοτζιούλα το 1975, όταν πια μπορούσε κάποιος να γράφει και να ιστορεί στιγμές από το μεγαλούργημα της Εθνικής Αντίστασης.
'Οποιος θελήσει να κάνει κριτική θεώρηση στο θεατρικό έργο του Κοτζιούλα, θα πρέπει προτού αρχίσει την εργασία του, να 'χει καλά μελετήσει κι αμερόληπτα να 'χει εμβαθύνει στα προλεγόμενα του ίδιου του συγγραφέα. Τα προλεγόμενα μας κατατοπίζουν όχι μόνο στο ίδιο το περιεχόμενο των έργων, πως δηλαδή τα εμπνεύστηκε και πως τα έγραψε, κάτω από ποιές περίεργες συνθήκες και πως κυριολεχτικά, λαχανιαστά, τα διατύπωνε. Αλλά φαίνεται πως το ταλέντο διαλαλεί την παρουσία του κάτω από οιεσδήποτε συνθήκες. 
Οι συνθήκες λοιπόν είναι ένα στοιχείο που διαμορφώνει την έμπνευση; Κάνει τον εξής παραλληλισμό η Ελ. Αλεξίου για να σιγουρέψει τον στοχασμό της.
Ο καημένος ο Ντοστογιέφσκι, τις περισσότερες φορές, έγραφε τις συνέχειες των μυθιστορημάτων του μέσα στο τυπογραφείο, δίπλα στο πιεστήριο που δούλευε, γιατί η οικονομική δυσπραγία τον υποχρέωνε να προπληρώνεται για κείμενα που δεν είχε γράψει...
Έχοντας υπ' όψη ή ίσως διατηρώντας κάποιο αρχείο, συνεχίζει.
Αντιγράφω λίγες φράσεις από τους προλόγους θεατρικών του Γ.Κ. γιατί αυτές, καθώς είναι γραμμένες ημερολογιακά μέσα στη ζωή του αντάρτικου, γιατί τότε έγραφε ο Γιώργης Κοτζιούλας , δίνουν ζωντανά, κάλλιο από το πιό έντεχνο κείμενο, πιστά, συγκλονιστικές εικόνες ζωής. 
"...κάθισα λοιπόν, μ' εκείνον το διαβολόκαιρο στην άκρη απ' τη γωνιά και συμπώντας τα ξύλα που έβγαζαν καπνό, σκάρωσα στα γρήγορα ένα θεατρικό διάλογο με τρία-τέσσερα πρόσωπα, χωρίς δράση σχεδόν. Του έβαλα και τίτλο: το καινούργιο Εικοσιένα...".




Κι' ακόμα, "...αλλά για να μη νομίσει κανείς πως είχαμε καλοφαγία, εξηγώ πως το γεύμα μας ήταν κανένα κουπάκι ξυνόγαλο, κανένα κομμάτι ζυμαρόπιτα. Απ' αυτά είχαν, απ' αυτά μας δίναν...".
Αυτές ήταν οι ανέσεις που είχαν οι "προνομιούχοι" στο δικό τους ιδιαίτερο πολεμικό μέτωπο.
"...Τα έργα που παίχτηκαν ανταποκρίνονταν στη νοοτροπία του κοινού και ήταν γραμμένα έτσι που να εξυπηρετούν τον αγώνα. Αυτό βγαίνει απ' τη γενική ομολογία των θεατών, απ' τ' αυθόρμητα γέλια, κάποτε κι από τα δάκρυά τους... Έτσι το πέρασμά τους άφηνε πίσω τους σημάδια εξέλιξης. Τα κακοπάτητα εκείνα μέρη οργώνονταν όλο και πιο βαθιά, με το αλέτρι της προόδου...".



Κλείνοντας το διάλεγμα που κάνει απ' τα εισαγωγικά σημειώματα του Κοτζιούλα, η Έλλη Αλεξίου επιλέγει -θα έλεγα- το πιο πολιτικό απ' όλα, που χαρακτηρίζει και όλη την ύπαρξη της Λαϊκής Σκηνής.

"...Σε μιά εποχή όπου η πολύμορφη αντίδραση προσπαθεί με όλα τα μέσα να κηλιδώσει τον τίμιο αγώνα μας, έχουμε υποχρέωση απέναντι της ιστορίας ν' αποστομώσουμε τους συκοφάντες με τα γεγονότα...".

Αυτός ήταν "ένας σωστός Έλληνας" λέει η Αλεξίου, δίνοντας κάποια ελάχιστα χαρακτηριστικά του. Εγώ θα έλεγα "ένας σωστός Αγωνιστής" που έτυχε να είναι Έλληνας!

 




 

Δευτέρα

Η ΚΡΙΤΙΚΗ ΤΟΥ ΘΕΑΤΡΟΥ - 1

 

Η ΚΡΙΤΙΚΗ ΤΟΥ ΘΕΑΤΡΟΥ

_________


Ο ΑΝΘΡΩΠΟΣ, Η ΑΡΕΤΗ ΚΑΙ ΤΟ ΚΤΗΝΟΣ”

__________________________________________

Κωμωδία σε τρείς πράξεις του Λ. Πιραντέλο

Θέατρο Ντο-ρε, θίασος Διαμαντοπούλου

~~~~~~~~~~~~~

Κριτική του κ. Μ. ΛΟΥΝΤΕΜΗ

Σκίτσα του κ. Μ. ΑΡΓΥΡΑΚΗ


Ο Λουίτζι Πιραντέλο στάθηκε για μια εικοσαετία ο “άγγελος κυρίου” που ήρθε ν’ αναταράξη τα στεκάμενα νερά της μεσοπολεμικής ανίας. Οι κουρασμένες Σκηνές της Ευρώπης τον είχαν δεχθεή σαν ευεργετική δροσιά , κι’ όσο κρατούσε η εικοσαετία του ο Πιραντέλο αποτελούσε το είδωλό τους. Τα είδωλα όμως που είναι από πηλό λυώνουν εύκολα, κι’ ο πόλεμος τον παρέσυρε και τον εξαφάνισε. Είναι αδύνατο να ξαναεπιστρέψη ο Πιραντέλο στο παλιό του βάθρο. Αλλά κι’ αν επιστρέψη θα είναι περισσότερο αντικείμενο περιέργειας παρά θαυμασμού. Κανένας δεξιοτέχνης δεν επέζησε, ποτέ. Κι’ ο Πιραντέλο ήταν τέτοιος. Αναζήτησε το δραματικό στοιχείο εκεί που απ’ τη φύση του έλειπε. Έτσι το κλίμα του είναι τεχνητό. Υπάρχουν εκεί, και κινούνται, και πάσχουν πρόσωπα που δεν σε πείθουν για το πάθος τους, γιατί τα αίτια που το δημιούργησαν και το συντηρούν, απομακρύνθηκαν απ’ τον σημερινό άνθρωπο που τον απασχολούν απτότερα και ζωτικώτερα προβλήματα. Ο “Άνθρωπος, η Αρετή, και το Κτήνος” είναι ένα έργο γνήσια Πιραντελικό. Το επίκεντρο του μύθου του τούτη τη φορά είναι ο ωμός ερωτισμός, ένα θέμα που κάθε άλλο παρά αποτελεί την πεμπτουσία των προβλημάτων του.



Τρία από τα κύρια πρόσωπα του έργου. Ένας κουτούτσικος καθηγητής: Ο Άνθρωπος. Μια κουτούτσικη κυρία:! Η Αρετή. Κι’ ένας βλάστημος καπετάνιος: Το Κτήνος. Η κυρία θέλει να κάνη παιδιά με τον άντρα της, ενώ ο άντρας της θέλει να κάνη παιδιά με άλλη.

- Να ο… δραματικός πυρήνας του έργου. Μ’ έναν τέτοιο μύθο ό,τι κι’ αν πη ο Συγγραφέας -κι’ όπως κι’ αν το πη- μπορεί ναι, να γεμίση τη σκηνή φωνές. Μπορεί να τη γεμίση -όπως τη γεμίζει- με σπασμένα πιάτα και καθίσματα, με Αλήθεια όμως π ο τ έ.



Και στις τρείς πράξεις του το έργο είναι κατάφορτο απ’ τις προσπάθειες και τα λαχανιάσματα του καθηγητή να κάνη την κυρία ορεκτική για τον καπετάνιο -με την επικουρία και μιας τούρτας- να κάνη της κυρίας παιδί. Κι’ όταν στο τέλος το πετυχαίνη, γονατίζει και προσεύχεται. Να, το έργο. Να, η πλοκή. Να, το δίδαγμα. Και σαν να μην έφτανε αυτό, τα ίδια αυτά πρόσωπα είναι τόσο εξοργιστικά ψεύτικα, που αφαιρούν και το μοναδικό θέλγητρο -θέλγητρο απλής δεξιοτεχνίας- που διαθέτει ο Συγγραφέας. Είναι σκέτα ανδρείκελα, και μάλιστα φαίνονται καθαρά οι κλωστές που τα κινούν. Το καθένα απ’ αυτά έχει κι’ από έναν, από τα πριν καθορισμένο, σκοπό που τον επιτελεί με μαθηματική τάξη. Θα κλείσουμε τις απόψεις μας μ΄ ένα : Κ ρ ί μ α. Κρίμα στον μόχθο του κ. Κουν, μόχθο άξιο για καλύτερες επιδόσεις. Σίγουρα ο Πιραντέλο δεν μπορούσε να πέση σε καλύτερα χέρια, ήταν ανάγκη όμως τα χέρια αυτά να τον καταπιαστούν;

Ο τόνος της έντονης νευρικότητας κι’ αδημονίας διάχυτος σ’ ολόκληρο έργο δεν έλειψε φυσικά και τώρα, ήταν όμως τούτη τη φορά κάπως περισσότερο συγκρατημένος. Πρέπει να υπογραμμισθή ακόμη η ευσυνειδησία κι’ η μελετηρότητα των ηθοποιών. Πως όμως να μην λυπηθή κανείς όταν βλέπει όλην αυτή την προσπάθεια να πηγαίνει στα χαμένα;

Αξεπέραστος ο κ. Διαμαντόπουλος στο ρόλο του παθιασμένου Καθηγητή που είναι τόσο ευλαβικά συνεπαρμένος με την Αρετή, που σκίζεται, παθαίνεται, χτυπιέται, για να την ρίξει στην αγκαλιά του Κτήνους. Τώρα τι είδους ηθική είναι αυτή; Αυτό το ξέρει μόνο ο Πιραντέλο. Η Κα Παϊτατζή στο ρόλο της Αρετής, που στην πραγματικότητα είναι ένα χηνάριο που ανυπομονεί να πέση στην αγκαλιά του Κτήνους, ήταν περισσότερο από καλή.

Ο κ. Μαρίνος στο ρόλο του Κτήνους, παρά την διάπλασή του, στάθηκε απόλυτα ικανοποιητικός. Χαίρομαι που το διαπιστώνω γιατί σε ρόλους εραστή δεν μ’ έπεισε. Εξαίρετος ο κ. Δήμου στον επεισοδιακό ρόλο του γιατρού. Κι’ αυτός ο μικρούλης των έντεκα χρόνων, ο Πάνος Κατωπόδης, είναι ένα θαυμαστό παιδί. Δεν έπαιξε μεγαλίστικα όπως κάνουν τα μικρά παιδιά που ανεβαίνουν στην Σκηνή,αλλά με το ύφος και τα φερσίματα παιδιού της ηλικίας του. Κι’ αυτό είναι το κέρδος. Η Σαπφώ Νοταρά στο ρόλο της Γκράτσιας θα μας μείνη αξέχαστη. Η Κα Ταϋγέτη μ’ ένα ζωντανό κι’ εκφραστικό παίξιμο στο μικρό της ρόλο, ο κ. Ταξιάρχης σαν αγαθός θαλασσινός, οι κ.κ. Ξενάκης και Πελεκούδας σαν μαθητές, δείχνουν ότι δεν τους λείπουν παρά οι ευκαιρίες. Εύχομαι σύντομα να τους δοθούν. Ο κ. Χατζημάρκος πολύ καλός, πολύ ανθρώπινος στο ρόλο του Φαρμακοποιού. Ας ξαναελεγξει όμως άλλη φορά τον εαυτό του. Μήπως αυτοεπαναλαμβάνεται; Τα Σκηνικά του κ.Βακαλό υπέρμετρα εντυπωσιακά, κι’ η Σκηνή γενικά παρουσίασε έναν φόρτο. Και τώρα η κατακλείδα: Άξιζε άραγε το ξεσήκωμα αυτός ο ιδρώτας, κι’ αυτό το ξόδεμα, για έναν δραματικό κατασκευαστή σαν τον Πιραντέλο; Ό χ ι.


Πηγή "Αυγή" 10 Σεπτέμβρη 1953




Σάββατο

50 χρόνια από τη δολοφονία του Victor Jara ή πώς «φεύγουν» οι δειλοί

Το είδαμε να συμβαίνει μετά την Δίκη της Νυρεμβέργης ή αυτής των εγκληματιών πολέμου στο Τόκυο. Εγκληματίες που είχαν καταδικαστεί, βρέθηκαν πολύ σύντομα να κυκλοφορούν ελεύθεροι. Άλλοι πιο πονηροί, συνέχισαν την ελεεινή ζωή τους αλλάζοντας πατρίδα κι όνομα. 
Δικτάτορες, δυνάστες και φονιάδες των λαών, έχει καταγραφεί στις μαύρες σελίδες της ιστορίας και στις συνειδήσεις των ελεύθερων ανθρώπων, δεν τιμωρήθηκαν ποτέ για τα κάθε μορφής εγκλήματα τους. 
Πως να το εξηγήσεις αυτό; 
Ξεχνάει ο βασανισμένος;
Συγχωρεί;
Εμπιστεύεται μήπως την Δικαιοσύνη γι' αυτό που πρέπει να κάνει και μετά συνεχίζει τη ζωή του παλεύοντας να επουλώσει βαθιά ή όχι τραύματα;
Δεν ξέρω.
Η ουσία είναι μία.
Οι δυνάστες και φονιάδες των λαών, ποτέ δεν τιμωρούνται όπως κι όσο πρέπει ή κι αν ακόμα τιμωρηθούν, παραμένουν αμετανόητοι και το κυριότερο, δειλοί. Ναι, δειλοί! Γιατί εκτός των άλλων, η πράξη της φυσικής εξόντωσης του αντιπάλου σου, κρύβει δειλία.
Μια τέτοια περίπτωση ατιμωρησίας, γιατί πως αλλιώς θα μπορούσε κάποιος να την χαρακτηρίσει, είναι αυτή του  φασίστα δολοφόνου δικτάτορα Augusto Pinochet του γνωστού Πινοτσέτ.
Γαντζωμένος σε κάθε μορφή εξουσίας που θα του έδινε την δυνατότητα της ατιμωρησίας για τα εγκλήματα που διέπραξε, πέθανε σχεδόν πλήρης ημερών, στη διάρκεια εγχείρησης καρδιάς, σε μια ύστατη προσπάθεια να σώσει το τομάρι του, γιατί είναι γνωστές σε όλους οι προσπάθειες του να μην εκδοθεί και δικαστεί στην πατρίδα του για τα εγκλήματα του. Ο δειλός στρατηγός! 
Αυτός, είναι μόνο ένα παράδειγμα. Στην ιστορία έχουν ή όχι έχουν καταγραφεί δεκάδες αν όχι εκατοντάδες τέτοιου τύπου, ατιμώρητων δειλών.
~~~~~~~~~~~
Αύριο,  στις 16 του Σεπτέμβρη, όλοι οι αγωνιστές της Δημοκρατίας, οι Κομμουνιστές, παντού στην Χιλή και σε όλο τον ελεύθερο κόσμο, θα τιμήσουν τη μνήμη του κομμουνιστή αγωνιστή, ποιητή, συνθέτη και τραγουδιστή Victor Jara, που δολοφονήθηκε πριν από 50 χρόνια ακριβώς, στο στάδιο της Χιλής, από στρατιωτικούς του δικτατορικού φασιστικού καθεστώτος Πινοτσέτ.

Αν κι όπως φαίνεται, οι ακριβής συνθήκες της δολοφονίας του, δεν είναι απόλυτα εξακριβωμένες, το βεβαιώνει άλλωστε σε κάποιο βαθμό και η σύντροφός του Joan Jara, μπορούμε να είμαστε βέβαιοι για κάποιους από αυτούς που υπήρξαν πρωταγωνιστές στην δολοφονία του Victor αλλά κι άλλων συντρόφων του, την ίδια μέρα και τις επόμενες.


Όταν η Joan Jara παρέλαβε το άψυχο σώμα του Victor, ήρθε αντιμέτωπη με ένα φρικτό θέαμα. Βέβαιοι πως ήταν οι νικητές κι οι επικυρίαρχοι, παράδιναν δίχως την παραμικρή φροντίδα τις σωρούς των νεκρών θυμάτων τους, κι αυτό όταν υπήρχαν και δεν τις είχαν εξαφανίσει. Αυτό, το νεκρό πια σώμα, είχε το πρόσωπο γεμάτο από ξεραμένα αίματα, τα χέρια και τα πόδια με άσχημο τρόπο κακοποιημένα, το σώμα γεμάτο μελανιές και αρκετές τρύπες από σφαίρες σχεδόν παντού. Ο Victor Jara κι ο σύντροφος του στο Κόμμα Littré Quiroga Carvajal είχαν δολοφονηθεί την ίδια μέρα, στο ίδιο σημείο, από τα ίδια χέρια. Κι αυτά δεν ήταν άλλα από μερικούς απλούς στρατιώτες μαζί με τους επικεφαλείς αξιωματικούς τους. Αυτοί, οι γενναίοι πολεμιστές των πεδίων των μαχών, με τα δεκάδες παράσημα που κοσμούν τα στήθη τους, ποτέ δεν δέχτηκαν την συμμετοχή τους παρά τα συντριπτικά σε βάρος τους στοιχεία. 

...μεμονωμένες φωτογραφίες δεν βρέθηκαν στο διαδίκτυο

Τι απέγιναν όμως όλοι αυτοί  διαδραμάτισαν σημαντικό ρόλο στο φόνο ή στα φονικά, άμεσα ή έμμεσα; 
Οι καταγγελίες για τα εγκλήματα και για τον φόνο του V.J. από το 1978, αν και ήδη καταδικασμένα στην συνείδηση κάθε Δημοκράτη παντού στη Γη, άρχισαν να διερευνώνται από την Χιλιάνικη δικαιοσύνη μόλις το 1998 μετά την σύλληψη του δικτάτορα Πινοτσέτ στο Λονδίνο το 1998! 
Η τύχη του δικτάτορα είναι πλέον γνωστή. Όμως παρέμειναν ατιμώρητοι μερικοί από τους πρωταγωνιστές φυσικούς αυτουργούς του εγκλήματος αλλά και πολλών άλλων!
Σχεδόν 50 χρόνια μετά, το Ανώτατο Δικαστήριο της Χιλής, εξετάζοντας και πάλι την υπόθεση των 5000 συλληφθέντων πολιτών που αιχμαλωτίστηκαν στο Στάδιο της Χιλής αμέσως μετά το πραξικόπημα, εξέδωσε την απόφαση του, δεν μπορούσε παρά να είναι καταδικαστική. Το Ποινικό Τμήμα θεώρησε ένοχους για ανθρωποκτονία και απαγωγή και καταδίκασε σε 15 χρόνια και 10 χρόνια μερικούς από τους στρατιωτικούς που θεωρήθηκαν υπεύθυνοι για τον φόνο του Victor Jara, ανάμεσα σ' αυτούς και έναν στρατιωτικό εισαγγελέα. 
Ποιοι ήταν αυτοί, ποιός ήταν ο ρόλος του καθενός;
Ας δούμε κάποιες πληροφορίες για μερικούς απ' αυτούς, όπως τις διαβάσαμε στην Ισπανική El Pais πριν λίγες μέρες.
Ο Raul Anibal Jofre Gonzalez  75 χρονών σήμερα  καταδικάστηκε σε 15 χρόνια φυλάκιση για την συμμετοχή του στις δολοφονίες και 10 χρόνια για τις απαγωγές των πολιτών.  Αρνήθηκε φυσικά την συμμετοχή του όπως όλοι οι κατηγορούμενοι, όπως όλοι οι δειλοί όταν φτάνουν να λογοδοτήσουν μπροστά στην Δικαιοσύνη έστω και καθυστερημένα.

Το Δικαστήριο  τον θεώρησε υπεύθυνο γιατί από την  θέση του στο Διοικητήριο του Σταδίου/Στρατοπέδου, είχε ενεργή συμμετοχή στον παράνομο εγκλεισμό των θυμάτων. Στην απόφαση του Δικαστηρίου έχει καταγραφεί πως ο απόστρατος Ταξίαρχος σήμερα των τεθωρακισμένων του Στρατού, συμμετείχε σε όλες τις αποφάσεις που αφορούσαν τους κρατούμενους και είχε όλη την ελευθερία κίνησης και δράσης μέσα στο Στάδιο, όπως κατέθεσαν πρώην κρατούμενοι αλλά και συγκατηγορούμενοι του, οι οποίοι και πρόσθεσαν πως συμμετείχε ενεργά σε βασανιστήρια και ανακρίσεις και συντόνισε την επιλογή των κρατουμένων που αργότερα μεταφέρθηκαν στο Estadio Nacional του Σαντιάγο. 
Ο Edwin Armando Roger Dimter Bianchi, ήταν ήδη υπολοχαγός του στρατού εκείνον τον Σεπτέμβρη του '73. Το Δικαστήριο κατέληξε στο συμπέρασμα πως συμμετείχε στην απαγωγή του Victor Jara κι αργότερα συνηγόρησε στην εκτέλεση του, συμφωνώντας με την απόφαση του διοικητή του Σταδίου Mario Manriquez. Στο δικαστήριο επίσης αποδείχτηκε ότι ο κατηγορούμενος βρισκόταν και δρούσε στο Στάδιο/Στρατόπεδο από τις 12 ως και τις 15 του Σεπτέμβρη και αναγνωρίστηκε από τους μάρτυρες ότι είχε επιτεθεί βίαια σωματικά αλλά και ψυχικά στους κρατούμενους. Οι εναντίον του μαρτυρίες ήταν συντριπτικές για τον χαρακτήρα του και την δράση του στο πραξικόπημα. Συμμετείχε ενεργά στις διαδικασίες της επιλογής των συλληφθέντων από τις πρώτες μέρες κι απολάμβανε την εξουσία που του έδινε το περίστροφο που είχε πάντα μαζί του.
Ο Nelson Edgardo Haase Mazzei, ο 77χρονος απόστρατος συνταγματάρχης σήμερα, αρνιόταν πάντα κάθε κατηγορία. Και δειλός και ψεύτης όπως κάθε δυνάστης κι υπηρέτης φασιστικού καθεστώτος. Οι συγκατηγορούμενοι του Dimter και Jofre τον θυμόντουσαν υπολοχαγό στο στάδιο γεγονός που επιβεβαιώθηκε στο Ανώτατο Δικαστήριο καθώς ήταν στέλεχος της διοίκησης του στρατοπέδου. Επιπλέον υπήρξαν και μαρτυρίες ότι συμμετείχε με κάποιο τρόπο στην δολοφονία του Victor Jar, που επιβεβαιώθηκαν από συναδέλφους του που υπηρετούσαν στην DINA την μυστική αστυνομία του Πινοτσέτ καθώς ήταν έμπιστο τσιράκι του επικεφαλής της συνταγματάρχη Manuel Conteras.
O Ernesto Luis Bethke Wulf από το Βαλπαραΐσο απόστρατος αντισυνταγματάρχης σήμερα, ήταν υπολοχαγός τότε σε μια μηχανοκίνητη μονάδα τον Σεπτέμβρη του '73.

Ο υπολοχαγός τοποθετημένος στο Στάδιο εκτελούσε χρέη αρχιφύλακα κατά κάποιο τρόπο κι από την θέση αυτή, σύμφωνα με καταθέσεις μαρτύρων περιγράφεται ως ιδιαίτερα σκληρός. Κάποια φυσικά του χαρακτηριστικά, όπως το ύψος του και η βροντερή φωνή του, τον έκαναν να καυχιέται κι επιβεβαίωνε την βλοσυρότητα του εκφωνώντας ομιλίες με πολιτικό χαρακτήρα, αντικομουνιστικές φυσικά. Ιδιαίτερα βίαιος όπως ήταν, μια μέρα άρπαξε το τουφέκι από έναν στρατεύσιμο και κατεβάζοντας το με ορμή στο κεφάλι ενός κρατούμενου, ούρλιαξε "έτσι να το κάνεις αυτό" αποδεικνύοντας την βίαιη και βάρβαρη φύση του.
O Juan Renan Jara Quintana γνωστός και ως "Indio chico", τον Σεπτέμβρη του '73 ήταν υπολοχαγός στο σύνταγμα Esmerlalda, όταν τοποθετήθηκε σε ένα απόσπασμα στο Σαντιάγο. Αναγνωρίστηκε η παρουσία του στο στάδιο, από πολλούς μάρτυρες στο Δικαστήριο. Καθώς ήταν επικεφαλής στρατιωτικού τμήματος, του δόθηκε ένα γραφείο στο υπόγειο του Σταδίου όπου μαζί με έναν βοηθό, έκανε ανακρίσεις και βασανιστήρια σε κρατούμενους. 

~~~~~~~~~~~
Στα εγκλήματα, στις δολοφονίες που έγιναν εκείνον τον Σεπτέμβρη του '73 στο Στάδιο της Χιλής, πήραν μέρος πολλοί στρατιωτικοί υπερασπιστές του δικτατορικού φασιστικού καθεστώτος του Πινοτσέτ. Σε ένα γραφτό που σκοπό έχει να θυμίσει την δολοφονία του Victor Jara, δεν θα μπορούσαν να αναφερθούν όλοι οι φυσικοί και ηθικοί αυτουργοί αυτής αλλά μόνο οι βασικοί. 

Ξεχωριστή όμως είναι η περίπτωση του Herman Carlos Chacon Soto. Του απόστρατου Ταξίαρχου, που μόλις πριν λίγες μέρες επιβεβαίωσε το γεγονός ότι οι δειλοί, δεν πέφτουν στα πεδία των μαχών, αλλά, λιποτακτούν μπροστά στον κίνδυνο να πληρώσουν για τα εγκλήματα τους που έκαναν ενάντια σε άοπλους  αθώους. 

Ο Hernan Soto, ήταν επιφορτισμένος με την φύλαξη της εξωτερικής περιμέτρου του Σταδίου της Χιλής. Όπως όμως οι ύαινες όταν μυρίσουν φρέσκο αίμα, τρέχουν να αρπάξουν ένα κομμάτι σάρκας, έτσι, όπως καταγράφτηκε στην απόφαση του Δικαστηρίου, έχοντας γνώσεις τακτικής και πληροφοριών, είχε την ευκαιρία -και δεν την άφησε να πάει χαμένη- να συμμετέχει στην εξέλιξη πολλών ανακρίσεων κρατουμένων στο Στάδιο. Η γνώσεις του τον βοήθησαν να “κατατάξει” τους αιχμαλώτους και να τους διαχωρισει ανάλογα με τον βαθμό επικινδυνότητάς τους και να τους οδηγήσει στο τελικό στάδιο της ανάκρισης. 

Από τις έρευνες του δικαστηρίου αλλά κι από τις καταθέσεις στη δίκη, αποδείχτηκε πως οι σφαίρες που τρύπησαν το σώμα του Victor Jara, είχαν βγεί από των 9 mm Steyer του τότε ταγματάρχη Herman Soto.

Επτά πρώην στρατιωτικοί, καταδικασμένοι για τις δολοφονίες των Victor Jara και Littre Quiroga, με τα κατορθώματα τους κατάφεραν να φτάσουν στις πιο ψηλές βαθμίδες του στρατεύματος κι όντας καταδικασμένοι, δεν είχαν εκτίσει ποτέ τις ποινές τους.

Πριν από λίγες μέρες και πλησιάζοντας την μέρα που θα τιμήσουμε την μνήμη του Victor Jara, 50 χρόνια από την δολοφονία του, η δικαστική αστυνομία του Las Condes, έφτανε στο σπίτι του Soto για να τον συλλάβει και να τον οδηγήσει στις φυλακές όπου θα πλήρωνε για τα εγκλήματα του.

Την ποινή του όμως δεν θα την εκτίσει. 

Το θλιβερό ογδονταεξάχρονο γεροντάκι, ο απόστρατος ταξίαρχος που με το πιστόλι του σκόρπαγε τον θάνατο στους κρατούμενους του σταδίου της Χιλής, δεν πέρασε ποτέ το κατώφλι των φυλακών. Με κάποιο γελοίο πρόσχημα, κατάφερε να επιστρέψει στο διαμέρισμά του και με το περίστροφο που πάντα είχε στο σπίτι του, αυτοκτόνησε.