Κυριακή

Gabriel Garcia Marquez

Αυτό που ακολουθεί , είναι ένα εκτεταμένο απόσπασμα , από μια συνέντευξη που παραχώρησε ο Gabriel Garcia Marquez την 5η του Δεκέμβρη του 1985 στον Carlos Gambeta για το αργεντίνικο περιοδικό "El Periodista de Buenos Aires" . Τα αποσπάσματα που επιλέχτηκαν να μεταφραστούν και τελικά μεταφράστηκαν από τα ισπανικά , ανήκουν στην Αγγελική Αλεξοπούλου και δημοσιεύθηκαν στην δεκαπενθήμερη επιθεώρηση για το βιβλίο "Διαβάζω" , τ. 223/4-10-1989 .









Ο "έρωτας στα χρόνια της χολέρας" είναι το πρώτο μυθιστόρημα μετά από το Νόμπελ . Πόσο σε επηρέασε αυτό το γεγονός ; Τι είδους ευθύνη αισθάνθηκες ; 

Πρώτα απ'όλα χρειάστηκε να διακόψω το μυθιστόρημα που είχα ήδη αρχίσει πριν από το Νόμπελ . Για μια στιγμή είχα την ψευδαίσθηση ότι μετά από τις τελετές και τις συνεντεύξεις θα μπορούσα να ξαναρχίσω σαν να μην είχε συμβεί τίποτα , όμως πολύ σύντομα συνειδητοποίησα ότι ήταν αδύνατο . Βρέθηκα μπλεγμένος σε μια ατέλειωτη σειρά προβλημάτων κοινωνικού τύπου , δημόσιας εικόνας , ώστε αποφάσισα να διακόψω για ένα χρόνο το γράψιμο και να "μεταμορφωθώ" σε βραβείο Νόμπελ . Σε προσωπικό επίπεδε δεν μου συνέβη τίποτα σημαντικό , κάτι που να με βαρύνει ή να με κάνει να αλλάξω στυλ . Όταν έπιασα ξανά το βιβλίο , ανακάλυψα ότι ό,τι είχα γράψει δεν μου άρεσε . Το άλλαξα εντελώς και άρχισα από την αρχή . 

Τι άλλαξες ;

Μετατόπισα το μυθιστόρημα πενήντα χρόνια πίσω . Στη δεκαετία του ΄20 ή του ΄30 οι ήρωες είναι γέροι , όμως ήθελα να το τοποθετήσω ξεκινώντας από την δεκαετία του ΄80 του περασμένου αιώνα , γιατί είναι η ιστορία μιας αγάπης στη διάρκεια μιας ολόκληρης ζωής , ένας στοχασμός πάνω στην αγάπη σ΄όλες τις ηλικίες και όχι μια ιστορία αγάπης δύο γερόντων , όπως ειπώθηκε από κάποιον . Αναγκάστηκα να κάνω μια ιστορική έρευνα του τέλους του περασμένου αιώνα , χωρίς να έχω την πρόθεση να είμαι ιδιαίτερα ακριβής στις ιστορικές λεπτομέρειες . Περισσότερο με ενδιέφερε να είμαι ακριβής όσον αφορά το συγκινησιακό περιβάλλον , τον τρόπο ζωής , τις συνήθειες , τα φαγητά , τα χρώματα . Κάποιοι με κατηγόρησαν ότι εμφανίζεται ο Gardel στην Colombia το 1914 , πράγμα ανακριβές . Όμως εμένα αυτά τα πράγματα των ιστορικών δεν με ενδιαφέρουν . Ο Gardel είναι ένα ίνδαλμα στην Colombia όπου τον λατρεύουν και ήταν πολύ δημοφιλής από νωρίς , ίσως δέκα χρόνια αργότερα , αλλ' αυτό δεν έχει σημασία . Δεν είναι κακό να παραχαράζουμε λίγο την ιστορία . 



Σε ποιά πόλη της Colombia διαδραματίζεται το έργο ; Το βιβλίο δεν το λέει .

Είναι μια φανταστική πόλη με στοιχεία από τις τρείς πόλεις της τρεις πόλεις της Caribbean της Colombia : την Cartagena , τη Santa Marta και την Barankilia . Περισσότερο από την γεωγραφία ή την ιστορική ανασύνθεση με ενδιέφεραν τα έθιμα της εποχής σε εκείνη την συγκεκριμένη περιοχή .

Πως το κατάφερες ; 

Γνώριζα κάποιους ανθρώπους μεγάλης ηλικίας που θυμόντουσαν πολύ καλά τα πρώτα χρόνια του αιώνα και υπολόγισα ότι γι' αυτά που ενδιαφερόμουν δεν υπήρχαν μεγάλες διαφορές ανάμεσα σε εκείνη την περίοδο και τις δύο τελευταίες δεκαετίες του προηγούμενου αιώνα . Ο χρόνος προχωρούσε πιο αργά εκείνη την εποχή και οι αλλαγές δεν ήταν γρήγορες . Μίλησα κυρίως με τους γονείς μου . Ο πατέρας μου πέθανε τον περασμένο Δεκέμβριο (1984) , στα 84 χρόνια του , και η μητέρα μου είναι 80 . Τους επισκεπτόμουν τα απογεύματα επί μεγάλο διάστημα και συζητούσα πολλές ώρες μαζί τους , χωρίς να τους αναφέρω τίποτα για το μυθιστόρημα . Η ιστορία είναι κυριολεκτικά η η δική τους ιστορία μέχρι κάποια εποχή , έπειτα μετατρέπεται σε μια άλλη ιστορία , γιατί ανέκαθεν πίστευα ότι κάθε πρόσωπο , κάθε ιστορία είναι ένα είδος collage . Όπως έλεγα , ποτέ δεν είπα στους γονείς μου το λόγο για τον οποίο τους επισκεπτόμουν και τους ρωτούσα για τον έρωτά τους . Όταν πέθανε ο πατέρας μου , ο οποίος ήταν τηλεγραφητής (όπως ο ήρωας του μυθιστορήματος) , συνέβη κάτι περίεργο . Μια εφημερίδα έφερε στην επιφάνεια μια συνέντευξη που του είχαν πάρει στην οποία τον ρωτούσαν εάν είχε περάσει ποτέ από το μυαλό του να γράψει κάτι . Εκείνος απαντούσε ότι είχε σκεφτεί να γράψει μια ιστορία αγάπης που θα μπορούσε να είναι πολύ ενδιαφέρουσα . Επειδή όμως εγώ του είχα τηλεφωνήσει για να τον ρωτήσω να μου πει την ακριβή λέξη που δηλώνει τις πολλαπλές συνδέσεις μεταξύ των σταθμών ενός τηλεγραφείου εκείνης της εποχής , πήρε την απόφαση να μην γράψει το μυθιστόρημα του διότι μόλις είχε πληροφορηθεί ότι το έγραφα εγώ . Φυσικά , εγώ το έμαθα μετά το θάνατό του γιατί ποτέ δεν είχαμε μιλήσει γι' αυτό .  
Αυτά είναι τα περίεργα παιγνίδια που σου επιφυλάσσει η ζωή . Πάνω σ' αυτά βασίζεται το μυθιστόρημα το οποίο όμως αργότερα διαμορφώνεται σε κάτι άλλο , αλλά πάντοτε ξεκινώντας από γεγονότα γνωστά , πραγματικά . Προσωπικά δεν μπορώ να καταλάβω πως γράφονται μυθιστορήματα με βάση απλές ιδέες , καθαρές διανοητικές συλλήψεις , γι' αυτά είναι κατάλληλα άλλα είδη , πολύ καλά μάλιστα .

Ο Huxley ας πούμε ...

Ναι , ο Huxley ήταν πάνω κάτω μια τέτοια περίπτωση . Κάποτε μου άρεσε πολύ , όμως τώρα μου δίνει την εντύπωση ότι όσα έγραφε δεν τα είχε βιώσει και τόσο . 

Το θέμα των βιωμάτων , των συγκινήσεων και των συναισθημάτων στην λογοτεχνία ... Τι να πει κανείς για τις αντιφάσεις ανάμεσα στη ζωή και το έργο ορισμένων συγγραφέων ...




Μου είναι εντελώς ακατανόητο πως μπορεί κάποιος να γράψει κάτι που δεν του έχει συμβεί , κάτι που δεν έχει συλλάβει από ένα σημείο εκκίνησης . Εγώ δεν θα μπορούσα ποτέ να γράψω ένα βιβλίο ξεκινώντας από μια ιδέα . ξεκινώ πάντοτε από μια εικόνα , από ένα συναίσθημα και όλο το βιβλίο αναπτύσσει αυτή τη θέση . ξεκινώντας από ιδέες μπορούν να γραφτούν δοκίμια , πραγματείες . (...) 
Ένα άλλο θέμα που με απασχόλησε και επιχείρησα να αποδείξω είναι ότι ο έρωτας μπορεί να επινοηθεί . Η πρωταγωνίστρια του μυθιστορήματος αναρωτιέται στο τέλος πως είναι δυνατόν να είναι ευτυχισμένη επί πενήντα χρόνια δίπλα σ' έναν άντρα τον οποίον δεν είναι σίγουρη εάν αγαπάει ή όχι . Τον ερωτεύεται από τα 18 της ως τα 22 της , μέχρι που τον αποστρέφεται και παντρεύεται με άλλον . Αυτή είναι η ιστορία των γονιών μου .

Και εκτός από τους γονείς σου , από που άντλησες στοιχεία για τον έρωτα στον ΧΙΧ αιώνα ; Μήπως από τον Flaubert ;

Ξαναδιάβασα τους μυθιστοριογράφους του ΧΙΧ αιώνα , ιδιαίτερα τους Γάλλους . Το μεγάλο μυθιστόρημα αυτού του αιώνα είναι το ρωσικό , όμως εγώ ενδιαφερόμουν για άλλα πράγματα . Μια ιστορία που ανέκαθεν με εντυπωσίαζε ήταν αυτή της madame Arnaux στο  "Emotional Education" του Flaubert . Όταν συνειδητοποίησα ότι το μυθιστόρημα εξελισσόταν τον ΧΙΧ αιώνα με προσέλκυσε η ιδέα να το γράψω σαν να είχε γραφτεί τον ΧΙΧ αιώνα , με τις τεχνικές και τις δομές του μεταρομαντικού μυθιστορήματος , του οποίου κύριος εκπρόσωπος είναι ο Flaubert . Τότε ξαναδιάβασα τη "madame Bovary" , το οποίο είναι καταπληκτικό έργο , μια μηχανή απολύτως τέλεια , δίχως ρωγμές . Επίσης με ωφέλησε πολύ το ξαναδιάβασμα της "Emotional Education" , με ωφέλησε όμως από την αρνητική του πλευρά . Με έκπληξη διαπίστωσα ότι σε αντίθεση με την "madame Bovary" , αυτό το βιβλίο έχει ρωγμές , είναι κατακερματισμένο με την έννοια ότι απ' τη μια υπάρχει η ιστορία αγάπης και απ' την άλλη η κοινωνική και πολιτική πληροφόρηση που εισάγει στο έργο . Ο Flaubert δεν κατάφερε να συγχωνεύσει τα δύο πράγματα . Εγώ πάντως ήθελα να μελετήσω την δομή του μυθιστορήματος του ΧΙΧ αιώνα για να γράψω ένα δικό μου στον ΧΧ αιώνα με την ίδια εκείνη γραμμικότητα που είναι πολύ αποτελεσματική . Αυτό μου υπενθύμισε κάτι που ανέκαθεν πίστευα : οι μόνοι που στην κυριολεξία κρύβονται είναι οι κριτικοί και οι ποιητές . Οι μυθιστοριογράφοι διαβάζουμε τα άλλα μυθιστορήματα μόνο για να δούμε πως είναι γραμμένα . Τα αναποδογυρίζουμε , τα ξεβιδώνουμε , βάζουμε τα κομμάτια τους πάνω στο τραπέζι και αφού ανακαλύψουμε πως έχουν γραφτεί , αποκομίζουμε το μεγαλύτερο όφελος : μαθαίνουμε πως το έκαναν οι άλλοι . Εμείς οι μυθιστοριογράφοι είμαστε "εξερευνητές" δομών και κάτω από αυτό το πρίσμα ξαναδιάβασα το μυθιστόρημα του περασμένου αιώνα . Είμαι υποχρεωμένος να κάνω τέτοιες αναγνώσεις και έρευνες πριν αρχίσω να γράφω , γιατί δεν μπορώ να το κάνω όσο δεν έχω καθορισμένη τη δομή και δεν γνωρίζω το βιβλίο σαν να το είχα διαβάσει ήδη . Είναι άδικο να μην μπαίνει στα μυθιστορήματα η βιβλιογραφία μας , όπως γίνεται στα δοκίμια .

Γιατί δεν το έκανες ; Θα ήταν μια ενδιαφέρουσα καινοτομία .

Να σου εξηγήσω . Φοβάμαι μην αποσπάσω την προσοχή του αναγνώστη . Εγώ είμαι πολύ κακός αναγνώστης με την έννοια ότι όταν ένα βιβλίο με κάνει να πλήττω , τα παρατάω . Υπάρχουν πολλά βιβλία που περιμένουν να διαβαστούν και εφαρμόζω τον κανόνα που λέει ότι όταν ένα βιβλίο δεν μπορεί να υπερασπιστεί τον εαυτό του , το αφήνω και πιάνω άλλο . Οταν γράφω , έχω τον φόβο μην κάνουν οι αναγνώστες το ίδιο πράγμα με μένα . Οταν λοιπόν αντιλαμβάνομαι ότι το πράγμα αρχίζει να γίνεται βαρετό , προσπαθώ να το ζωηρέψω . Κάνω ό,τι είναι δυνατόν για να μην αφαιρείται ο αναγνώστης σε καμία περίπτωση . Βάζω κάποια επίθετα , κάποιες λέξεις που δεν σημαίνουν τίποτα το ιδιαίτερο , είναι ωστόσο ανεπαίσθητα υφολογικά μέσα που βοηθούν στην απρόσκοπτη ροή του κειμένου . Έχω την εντύπωση ότι όταν ο αναγνώστης αρχίζει να βλεφαρίζει εξαιτίας π.χ. μιας ατέλειας του ρυθμού , εκεί πάνω αφαιρείται και διατρέχω τον κίνδυνο να μου ξεφύγει . Εγώ θέλω να τον κρατάω , πιασμένο από τον λαιμό , από την πρώτη ως την τελευταία γραμμή .


Υπάρχει μια παράδοση , ένας μύθος ίσως , που λέει ότι οι συγγραφείς , σε αντίθεση με τους δημοσιογράφους , δε σκέφτονται τον αναγνώστη .





Εγώ σκέφτομαι διαρκώς τους αναγνώστες και αυτό το κληρονόμησα από την δημοσιογραφία . Εξάλλου χρησιμοποιώ την ίδια μέθοδο , γι' αυτό έχω πει πολλές φορές ότι η διαχωριστική γραμμή ανάμεσα στη δημοσιογραφία και τη λογοτεχνία είναι πολύ λεπτή . Περισσότερο από τις κριτικές αναλύσεις , με ενδιαφέρει να μου πουν οι αναγνώστες ότι τους αρέσουν τα βιβλία μου . Τις κριτικές αναλύσεις εδώ και πολύ καιρό έπαψα να τις διαβάζω , εκτός αν πρόκειται για κάτι πολύ σοβαρό . Οι αναγνώστες όμως ... όταν κάποιος πει ότι δεν μπόρεσε να αφήσει το βιβλίο μου , τότε ησυχάζω διότι αυτό σημαίνει ότι τον αιχμαλώτισα , κατάφερα δηλαδή αυτό ακριβώς που ήθελα .


Στην ομιλία έναρξης που εκφώνησες στο συμπόσιο διανοουμένων στην Αβάνα , είπες ότι οι Λατινοαμερικάνοι οδηγηθήκαμε προς τον ΧΧ αιώνα χάνοντας κάποιες από τις αρετές μας του ΧΙΧ : την ανιδιοτέλεια , το ρομαντισμό και το φόβο του έρωτα .


Αυτό το τελευταίο το είπα επηρεασμένος από το μυθιστόρημα . Στα έργα μου επιμένω πολύ στο θέμα του φόβου του έρωτα . Θαρρώ πως ο έρωτας συνοδεύεται πάντοτε από το φόβο , πως υπάρχουν κάποιες στιγμές πανικού , όχι μόνο όσο αφορά την προσέγγιση αλλά όσον αφορά και την σεξουαλική σχέση . Στο μυθιστόρημα υπάρχει ένας ήρωας ο οποίος αν και κατακτητής φτάνει πάντοτε στο κρεβάτι τρομερά φοβισμένος σαν να ήταν η πρώτη φορά . Και κάθε φορά που αλλάζει παρτενέρ νιώθει τον ίδιο φόβο και λέει ότι κάθε φορά πρέπει να ξαναμάθει σαν να ήταν η πρώτη φορά .


Ο ΧΧ αιώνας έχει χάσει τον φόβο του έρωτα ;


Δεν ξέρω , αλλά έχω την αίσθηση ότι τούτη η γενιά δεν αισθάνεται τους φόβους τους δικούς μας . Παρόλο που μέσω κάποιου από τα πρόσωπα λέω στο μυθιστόρημα ότι τούτο το τέλος του αιώνα μοιάζει σε κάτι με το τέλος του περασμένου αιώνα .


Σε τι ;


Επανέρχονται ορισμένες χρήσιμες λέξεις , η πυρετώδης αλληλεγγύη , ο συναισθηματισμός , τον οποίο δεν βρίσκω αξιόμεμπτο . Τα συναισθήματα  ... η πρωταρχικότητα στα συναισθήματα . Υπάρχει ένας ήρωας στο μυθιστόρημα που γιορτάζει την αλλαγή του αιώνα κάνοντας ένα ταξίδι με αερόστατο , μια περιπέτεια πολύ επικίνδυνη . Ενας δημοσιογράφος τον πλησιάζει και τον ρωτάει : "εάν πεθάνετε σ' αυτή την περιπέτεια ποιά θα ήταν τα τελευταία σας λόγια ;" Και εκείνος απαντάει : " τα τελευταία μου λόγια θα ήταν ότι πιστεύω πως αυτός ο αιώνας αλλάζει για όλον τον κόσμο , μόνο για μας δεν αλλάζει ". Ξεκινώντας από αυτή την δήλωση θα έλεγα ότι παρουσιάζεται μια θέση που προσπαθώ να αναπτύξω στο βιβλίο , ότι οι Λατινοαμερικάνοι εξακολουθούν να κουβαλάμε τον ΧΙΧ αιώνα μέσω του ΧΧ , χωρίς να απολαμβάνουμε κανένα όφελος αυτού του τελευταίου . Οι Λατινοαμερικάνοι είμαστε η μεσαία τάξη του κόσμου . Το συνειδητοποίησα όταν ταξίδεψα στην Αφρική , γιατί δυστυχώς για την ανθρωπότητα υπάρχουν άνθρωποι που είναι πολύ πιο πίσω από μας . Στην Αφρική κατάλαβα ότι δεν γνώριζα πραγματικά την υπανάπτυξη ότι εκείνοι ζουν σε μια προγενέστερη ιστορική εποχή . Είναι σοβαρό για ένα Λατινοαμερικάνο να το καταλάβει αυτό . Αντιπροσωπεύουμε για τον κόσμο μια μεγάλη μεσαία τάξη , άνισα αναπτυγμένη . Ετσι . λοιπόν , θέλουμε να ζήσουμε πάνω από τις δυνατότητες μας - πράγμα που χαρακτηρίζει τη μεσαία τάξη στη Λατινική Αμερική  - και έχουμε συνηθίσει να μη μας ικανοποιεί τίποτα καθώς προσπαθούμε να κάνουμε το μεγάλο ταξικό άλμα .


Ένα άλμα σε σχέση με μια ξένη ιδέα ανάπτυξης , τον καταναλωτισμό .


Ναι , εγώ δεν είμαι εναντίον της κατανάλωσης όμως είμαι ενάντια του καταναλωτισμού . Πιστεύω ότι ο σύγχρονος κόσμος παρέχει πράγματα που κανείς χρειάζεται για να ζήσει , ότι ένα από τα δικαιώματα του ανθρώπου είναι να προσπαθεί να ζει καλά , όσο το δυνατόν καλύτερα . Πιστεύω ότι η μεγαλύτερη φιλοδοξία είναι η ευτυχία . Μιλώντας σαν συγγραφέας , εκείνη η ρομαντική ιδέα που ήθελε τον συγγραφέα να υποφέρει , να ζει κάτω από αξιοθρήνητες συνθήκες και να είναι  φυματικός για  να έχει δημιουργική έμπνευση μου φαίνεται παράλογη . Πιστεύω ότι ο συγγραφέας , ο καλλιτέχνης που έχει καλή πνευματική υγεία και τα προβλήματά του λυμένα , εργάζεται καλύτερα .


Έγραψες ένα μυθιστόρημα που διαδραματίζεται τον περασμένο αιώνα ... με έναν ηλεκτρονικό υπολογιστή .





Το φεγγάρι υπάρχει από πάντα , όμως μόλις τώρα μπορούμε να πάμε . Νομίζω ότι έχουν κάνει πολύ θόρυβο γύρω από τον υπολογιστή . Για μένα , ο υπολογιστής είναι μια γραφομηχανή πολύ πιο απλή , πιο πρακτική και χρήσιμη . Εγώ ξεκίνησα με τον κονδυλοφόρο , την παλιά γραφομηχανή , την ηλεκτρική και τώρα δουλεύω με τον υπολογιστή που δεν γράφει τα μυθιστορήματα για μένα , αλλά μου επιτρέπει να εργαστώ πολύ πιο γρήγορα και πιο ξεκούραστα . Εάν μου είχαν δώσει τον υπολογιστή πριν είκοσι χρόνια , θα είχα γράψει διπλάσιο αριθμό βιβλίων .


Δίπλα στο θέμα του έρωτα , υπάρχει ένα άλλο , πάντοτε παρόν σ΄όλα σου τα βιβλία : ο πόλεμος , η ιστορία της λατινοαμερικάνικης βίας , οι επαναστάσεις .


Είναι ένα θέμα που με αγγίζει πολύ . Έχω παρακολουθήσει από πολύ κοντά την κουβανέζικη επανάσταση , όμως δεν έχω καταπιαστεί με το θέμα αυτό στα βιβλία μου . Στην πραγματικότητα όσα ανέφερες προέρχονται από τον παππού μου και τους εμφυλίους πολέμους στην Colombia , που σε ένα μεγάλο βαθμό τους έχω μυθοποιήσει γιατί ήταν τα παιδικά παραμύθια που μου έλεγαν στο σπίτι , τα παραμύθια του πολέμου στον οποίο είχε συμμετάσχει ο παππούς . Αυτόν τον πόλεμο απ΄την μια τον έχω μυθοποιήσει και απ΄την άλλη τον έχω αναπαραστήσει ποιητικά , γιατί για μένα αυτός ο πόλεμος δεν τέλειωσε ποτέ στην Colombia . Τον περασμένο αιώνα το φιλελεύθερο κόμμα εξεγείρετο κατά του συντηρητικού κόμματος που είχε την εξουσία , ή το αντίθετο και αναγνωρίζονταν επίσημα ως αντίπαλοι . Σε τέτοιο βαθμό που όταν γινόταν ανακωχή αναγνωρίζονταν οι στρατιωτικοί βαθμοί των εξεγερμένων και έπαιρναν σύνταξη όπως εκείνοι της επίσημης πλευράς . Στο "Ο συνταγματάρχης δεν έχει κανέναν να του γράψει" ο ήρωας είναι ένας συνταγματάρχης που σ΄όλη του τη ζωή περιμένει την πληρωμή μιας σύνταξης που δεν έρχεται ποτέ , γιατί εκείνος ο πόλεμος χάθηκε και θα χάνεται για πάντα . Οι σημερινοί επαναστάτες δεν έχουν καν αυτό το προνόμιο , τους ταυτίζουν με τους κακοποιούς ... ωστόσο είναι οι ίδιοι οι πόλεμοι .


Τι ετοιμάζεις τώρα ;


Σχεδιάζω ένα μικρό ιστορικό μυθιστόρημα για το οποίο δεν θα σου πω τίποτα παραπάνω γιατί δεν έχει ωριμάσει αρκετά μέσα μου . Έπειτα , έχω σκοπό να γράψω τα απομνημονεύματά μου , όχι όμως σαν εκείνα που γράφουν οι συγγραφείς όταν πια δεν θυμούνται τίποτα . Έχω μια ενδιαφέρουσα σκέψη που σχετίζεται με αυτό που σου έλεγα , ότι δεν υπάρχει τίποτα στα βιβλία μου που να μην έχει να κάνει με την πραγματικότητα . Για κάθε βιβλίο να διηγηθώ στον αναγνώστη σε ποια πραγματικά γεγονότα βασίζονται όλα μου τα επεισόδια . Αντί να παρουσιάσω τα απομνημονεύματα μου με χρονολογική σειρά , να το κάνω μέσω των προσώπων και των καταστάσεων και έτσι στο τέλος θα έχω διηγηθεί όλη μου τη ζωή . Φυσικά είναι πιθανό αυτή πραγματικότητα να κρύβει μια άλλη πραγματικότητα και να καταλήξει σ΄ένα άλλο μυθιστόρημα . Με γοητεύει αυτή η ιδέα , θα ήθελα να δημοσιεύσω τον πρώτο τόμο και να συνεχίσω . 
























Δεν υπάρχουν σχόλια: