Κυριακή

Του κυρ Νίκου το μπακάλικο ...


Λίγα μόλις μέτρα μακριά από το πατρικό μου , στρίβοντας στην γωνία της οδού Ζωοδόχου Πηγής , τον εμπορικό δρόμο της γειτονιάς μου , ήταν το μπακάλικο του κυρ Νίκου του Τζουλούφη . Για πολλά χρόνια , νόμιζα , πως το ''Τζουλούφης'' , ήταν ένα παρατσούκλι . Παλιά , το συνήθιζαν  να δίνουν παρατσούκλια στους ανθρώπους κι αυτά έδεναν τόσο πολύ με τα πρόσωπα που τα έφεραν , που νόμιζες πως είχαν γεννηθεί με αυτά . Άλλες φορές , από ότι έμαθα πολύ αργότερα , τα ονόματά τους , ήταν παρατσούκλια των προγόνων τους , που σιγά σιγά , αποκτούσαν κάποια επισημότητα . Ας είναι , τώρα δεν ισχύουν αυτά , έχουμε εκσυγχρονιστεί , ποιός τα θυμάται τώρα αυτά .
Ο κυρ Νίκος λοιπόν , ήταν ένας πανύψηλος μαυριδερός άντρας , με σγουρά μαλλιά , που τα είχε πάντα τόσο κοντοκουρεμένα , που νόμιζες πως ήταν με κάποιο τρόπο κολλημένα στο κεφάλι του . Το επώνυμο του , δεν είχε καμία σχέση με τα μαλλιά του , αφού ήδη είχε αρχίσει να σχηματίζεται μια περίεργη μυτερή καράφλα . Ανάμεσα στα φουσκωτά του μάγουλα , ήταν σχηματισμένο ένα μικρό στόμα κι όταν το άνοιγε , για να καλωσορίσει κάποια νοικοκυρά ή να διαφημίσει κάποιο από τα καλούδια που πούλαγε , διέκρινε κανείς , ένα κενό στα μπροστινά του δόντια κι όταν χαμογελούσε για κάποιο λόγο , πράγμα σπάνιο , φαινόταν ένα χρυσό δόντι . 
Εγώ , δεν είχα δει ποτέ χρυσό δόντι , είχα μόνο ακούσει γι αυτό , όταν η Μάνα μου , με προετοίμαζε για την θεία Κοινωνία της μεγάλης Τετάρτης κι έτσι , όταν αυτή με έστελνε για κάποια συμπληρωματικά ψώνια που είχε ξεχάσει να κάνει , παρακαλούσα , να χαμογελάσει με κάποιο τρόπο για να το δω . Το πετύχαινα , γιατί ήμουν χαριτωμένος πιτσιρικάς κι όλοι στην γειτονιά με αγαπούσαν .
Θυμάμαι , πως πάντα , ένα μέρος από τα ρέστα που έπρεπε να μου δώσει ο κυρ Νίκος , ήταν σε καραμέλες , μικρές ροζ ζαχαρωτές , τυλιγμένες σε διάφανο χαρτί . Πολύ αργότερα , κατάλαβα καλά , πως ήταν ένας τρόπος για να μας κοροϊδέψει και το κατάλαβα , όταν με την ανεργία του πατέρα μου , η κάθε δεκάρα είχε την δική της αξία . Γι' άλλους μικρή , για μας μεγάλη !
Αν κι έχουν περάσει πολλά χρόνια , το θυμάμαι ακόμα το μπακάλικο του κυρ Νίκου . Στα παιδικά μου μάτια , έδειχνε τεράστιο , με μεγάλη πόρτα , που δεν έκλεινε ποτέ , χειμώνα καλοκαίρι , με μεγάλο βάθος , σκοτεινό και ψηλοτάβανο . Έπρεπε να είναι προσεκτικός κάποιος για να μπει στο μπακάλικο κι αυτό γιατί σχεδόν πάντα , έξω από αυτό , υπήρχαν άδεια μα και γεμάτα ξύλινα βαρέλια με τυρί φέτα , δυό τρία μεταλλικά με φωτιστικό πετρέλαιο , κάποια άλλα με λάδι αγνό παρθένο και κιβώτια με παστά ψάρια . Για μένα , αυτή ήταν και η πιο δύσκολη στιγμή , όταν έπρεπε να πάω στο μπακάλικο για να εκτελέσω κάποια ξεχασμένη παραγγελία , γιατί όλα αυτά τα πράγματα , έτσι άτακτα όπως ήταν , με τρόμαζαν και επιπλέον μου έφερναν μια αναγούλα με την ανακατεμένη μυρωδιά που ανέδιδαν . 
Μπαίνοντας , πίσω από έναν μακρόστενο ξύλινο πάγκο , με μαρμάρινο καπάκι , σχεδόν πάντα στέκονταν , ψηλός και μαυριδερός , ο κυρ Νίκος . Φορούσε μια μακριά ποδιά , σε ένα χρώμα που δεν θα μπορούσε να ξεχωρίσει ούτε κι ο καλλίτερος ζωγράφος . Ποτέ δεν καθόταν κι όταν ακόμα δεν είχε δουλειά , τον έβλεπες , αν τύχαινε να περνάς από έξω , να σαλιώνει το χοντρό του δάχτυλο και να κόβει με ένα μεγάλο μαχαίρι , γκρίζα στρατσόχαρτα , που αργότερα , πάνω τους έκανε τους λογαριασμούς , τόσο το λάδι , τόσο η φέτα , τόσο τα μακαρόνια , τόσο τα όσπρια ... Άλλες φορές , τον πετύχαινες , να φορά τα γυαλιά του και να ξεφυλλίζει ένα χοντρό τετράδιο , κουνώντας το χοντρό του κεφάλι . Αυτό ήταν το τεφτέρι της επιχείρησης ! 
Ο μαρμάρινος πάγκος , ήταν πάντα άδειος , λες και περίμενε τις παραγγελίες της νοικοκυράς που θα έφτανε μπροστά του . Μόνο με κάποια θαρρείς επισημότητα , στην άκρη αριστερά , μακριά από τα αδιάκριτα βλέμματα των περαστικών , στεκόταν μια ζυγαριά μεγάλη , με τριγωνικό λευκό σώμα και μια μεγάλη κόκκινη βελόνα για να δείχνει το βάρος . Στο πλάι , ένα μεγάλο μαύρο χερούλι , που αν το έστρεφε , με ένα χοντρό γδούπο , έκανε να εμφανίζονται αριθμοί σε ένα παραθυράκι που είχε στο κέντρο της , έδινε την δυνατότητα να ζυγίσει , μεγαλύτερα βάρη από όσα έδειχνε η βελόνα . Ξέχασα να πω , πως για ακόμα μεγαλύτερα  βάρη , έξω από το μαγαζί , είχε μια μεγάλη βρωμερή πλάστιγγα . Όταν έκλεινε το μπακάλικο ο κυρ Νίκος κι ακούγαμε τα βαριά λαμαρινένια ρολά να κατεβαίνουν στο μαρμάρινο κατώφλι της πόρτας του , τρέχαμε να ζυγιστούμε και να ανακοινώσουμε στις μαμάδες μας , πόσα γραμμάρια πήραμε , μπας και γλυτώσουμε τα τρομερά δυναμωτικά φαγητά που μας έφτιαχναν !
Στο μπροστινό μέρος , ο πάγκος , είχε γυάλινες πόρτες , που άνοιγαν με κλίση και μέσα , υπήρχαν διάφορα όσπρια . Από αυτά , δεν έδινε ποτέ ο κυρ Νίκος , ήταν η βιτρίνα . Φακές , φάβα , φασόλια ψιλά , φασόλια χοντρά , γίγαντες , ρύζι γλασέ , ρύζι Καρολίνα , ρεβίθια κι ανάμεσα σ' αυτά και στο τζάμι , πάνω σε μικρά κομμάτια χαρτόνι , με μολύβι , έγραφε τις τιμές . 
Αυτός ο πάγκος , μου έμοιαζε μαγικός εμένα . Ήταν πρώτα απ' όλα αυτές οι προθήκες με τα όσπρια , που βέβαια ποτέ δεν τα έτρωγα όταν μου τα έφτιαχνε η Μάνα μου , αλλά ωστόσο μου άρεσε η τάξη που υπήρχε μέσα σε κάθε μια από αυτές . Στέκονταν εκεί , το ένα πάνω στο άλλο , ακίνητα , γυαλιστερά , εκτός από τα ρεβίθια , που πάντα είχα την απορία , αν είναι στραγάλια ή όχι .Ήταν όμως και κάτι άλλο που τον έκανε μαγικό . Στην άλλη άκρη , υπήρχε μια καταπακτή , που την ξεχώριζες από το χερούλι στο καπάκι της . Όταν κάποια πελάτισσα , ζήταγε φέτα , τότε αυτός σήκωνε το καπάκι κι άλλες φορές , με ένα μικρό μαχαίρι , έδινε ένα μικρό κομμάτι τυριού να δοκιμάσει κι άλλες κρατώντας στο ένα χέρι ένα μεγάλο και πλατύ μαχαίρι και στο άλλο ένα μεγάλο κομμάτι στρατσόχαρτο , έχωνε το χέρι του στην τρύπα κι έβγαζε ένα κομμάτι φέτα . Το σήκωνε ψηλά , σαν να ήθελε να θαυμάσει το τρόπαιο του και στη συνέχεια χωρίς να προλάβεις να το δεις , τόχωνε μέσα στο χοντρό χαρτί κι αφού το δίπλωνε με μεγάλη δεξιοτεχνία , το πέταγε πάνω στην ζυγαριά . Φαίνεται , πως ο πάγκος , από κάτω έκρυβε κι ένα ψυγείο !  
Δεν ξέρω γιατί , αλλά πάντα είχα την περιέργεια να βρεθώ πίσω από αυτόν τον πάγκο . Δεν ήταν μόνο αυτός , που ασκούσε μια γοητεία , όχι μόνον σε μένα , αλλά και σε όλη την ''μαρίδα'' της γειτονιάς . 
Τα ράφια !
Τα ράφια ήταν πολλά και πάντα γεμάτα . Θαρρείς ξέχειλα . Πολλές φορές σκεφτόμουν , τι μπελάς θα ήταν να τοποθετήσει κανείς τόσα πράγματα στα ράφια και πόσο πιο μεγάλος θα ήταν , να βρει κάποιος , κάτι που έψαχνε , γιατί εδώ θα πρέπει να πω , ότι αν και τα πράγματα ήταν χωρίς καμία λογική σειρά τοποθετημένα , ο κυρ Νίκος , ήξερε πολύ καλά τι έκανε . Ήταν θέμα στρατηγικής της πώλησης . Τα χρώματα , τραβούσαν την προσοχή της πελάτισσας και πάντα ψώνιζε κάτι παραπάνω από αυτό που ήθελε . Ανάμεσα στα δεκάδες κόκκινα κουτιά με ROL , τα πράσινα μπουκάλια με τις χλωρίνες , θα έβρισκες να γυαλίζουν οι μικρές θαλασσί κονσέρβες με τα ζαμπονάκια . Στα μπλε σελοφάν με τα διάφορα νούμερα από μακαρόνια , έβρισκες ''παρκαρισμένα'' , διάφορα μπουκάλια είτε με ούζο είτε με κονιάκ. Δίπλα στα κιτρινοκόκκινα κουτιά με το διάσημο νέγρο ασπρομάλλί Μπάρμπα Μπεν , θα έβρισκες , εκατοντάδες κονσέρβες με καλαμαράκια κι άλλα πολλά τέτοια τρυκ . Σαπούνια , πράσινα κι άλλα αρωματικά χτισμένα σαν πυραμίδα , οδοντόπαστες , σαμπουάν ΟM-OR σε σωληνάριο για τα μαλλιά , πράσινα κουτιά με την μοναδική ΚΟΛΥΝΟ για το ξύρισμα , χαρτιά υγείας Σόφτεξ φυσικά , κουτάκια με σπίρτα , καρβουνάκια για τα καντήλια και χίλια δυο άλλα πράγματα . 
Στην άκρη του ραφιού , πάντα υπήρχε εκείνο το χαρακτηριστικό κοντάρι με το χερούλι , που τον βόηθαγε να κατεβάσει από τα ψηλά ράφια κάτι που θα ζήταγε μια πελάτισσα . 
Απέναντι από τον ''μαγικό'' πάγκο , υπήρχε ένα τεράστιο ψυγείο ! Θυμάμαι , πως το τζάμι του ήταν πάντα θολό από την υγρασία και με δυσκολία μπορούσες να διακρίνεις , τι είχε μέσα .
Πάνω στο κρύσταλλο , είχε στηριγμένα μικρά κομμάτια από γκρι χαρτόνι , που έγραφαν πάνω τις τιμές στα διάφορα πράγματα που μπορεί να είχε το ψυγείο . Κασέρι , γραβιέρα , κεφαλοτύρι , μορταδέλα , σαλάμι , παστουρμάς , γιαούρτι σακούλας , πηχτή κι άλλα που εγώ δεν ήξερα τι ήταν . Το ψυγείο ήταν ψηλό , για το μπόι μου και δεν με άφηνε να δω τι υπήρχε από πίσω του , όμως μπορούσαν να διακρίνω , στον τοίχο που ήταν ακριβώς πίσω από αυτό , ράφια σχεδόν άδεια , με λιγοστά μπουκάλια σκούρα , που μάλλον είχαν κρασί , αλλά ήταν κατασκονισμένα ! Στην άκρη όμως , υπήρχε το μηχάνημα , που έκοβε τις μορταδέλες ! Πάντα έριχνα κλεφτές ματιές , γιατί μου άρεσε ο τρόπος και η ακρίβεια με την οποία έκοβε τις φέτες καθώς κι ο χαρακτηριστικός συριστικός ήχος που έκανε ο στρογγυλός δίσκος καθώς γλίστραγε πάνω στην μορταδέλα !
Πότε δεν είχα προχωρήσει , πέρα από την άκρη του ψυγείου του κυρ Νίκου . Το μπακάλικο , ήταν ψηλοτάβανο και στο βάθος , πολύ σκοτεινό . Μπορώ να πω , πως φοβόμουν λίγο το άγνωστο βάθος , όπως όλα τα παιδιά άλλως τε . Είχα προσέξει όμως , πως το χώρο ανάμεσα στο ψυγείο και στον πάγκο του , με το σκοτεινό βάθος , χώριζαν διάφορες ντάνες με προϊόντα , είτε αυτά ήταν κάποιες κονσέρβες , είτε κούτες με γάλατα σε κονσέρβα , είτε τσουβάλια με πατάτες και κρεμμύδια είτε κασόνια ξύλινα με λακέρδες και μπακαλιάρους . 
Το μπακάλικο του κυρ Νίκου , ήταν το κέντρο της ενημέρωσης για ότι συνέβαινε στην γειτονιά . Πάντα θα μάθαινες ότι νέο υπήρχε σε όλη την συνοικία , γιατί αν και υπήρχαν άλλα δυό μπακάλικα , αυτό ήταν το μεγαλύτερο και εκτός από αυτό , ο κυρ Νίκος , παρά την μαυριδερή του όψη , ήταν πάντα καλοσυνάτος κι αν ήσουν τυχερός , μπορούσες να δεις και το ένα χρυσό του δόντι ! 
Πέρασαν τα χρόνια κι εμείς φύγαμε από την γειτονιά εκείνη . Έχασα πολλά πρόσωπα , που είχα μάθει να τα βλέπω καθημερινά και μου ήταν πολύ αγαπητά , γιατί ήταν η πρώτη μου γειτονιά σαν ήρθαμε από την Αίγυπτο . 
Χάθηκε κι ο κυρ Νίκος . Πολλά χρόνια μετά , πατέρας εγώ πια , τον είδα μια μερα , να οδηγάει ταξί . Ίδιος ήταν , δεν είχε αλλάξει καθόλου , ίσως μόνο η ποδιά του έλειπε . Έδειχνε το ίδιο τεράστιος , μέσα στο ταξί του !
Άλλαξαν όμως άλλα πράγματα , από κείνη την μικρή γειτονιά του '60 . Απέναντι από το μπακάλικο του κυρ Νίκου , εκεί που ήταν το κατάστημα με τους νεωτερισμούς του κυρίου Αριστείδη , τώρα θα βρείς ένα μεγάλο ΑΒασιλόπουλος . Πάγκο μαρμάρινο δεν θα βρείς και τα ψυγεία είναι πολλά . Άλλα ανοικτά με εκατοντάδες διαφορετικά πράγματα κι άλλα κλειστά , αλλά με μεγάλες κρυστάλλινες πόρτες , από όπου μπορείς να δεις μέσα διάφορα καλούδια . Τα ράφια είναι πολλά , αλλά δεν φτάνουν μέχρι το ταβάνι . Δεν χρειάζεται πια , το μακρύ σιδερένιο κοντάρι με το χερούλι , για να πιάσεις μια κονσέρβα ή κάτι που θέλεις . Δεν χρειάζεται ο κυρ Νίκος , ούτε κάποιος υπάλληλος . Η λογική όμως , στην τοποθέτηση των προιόντων , είναι η ίδια . Δεν έχει αλλάξει το παραμικρό . Ο κυρ Νίκος , ο μπακάλης , ήξερε πολύ καλά , χρόνια πριν . 
Αυτή ήταν μια μικρή περιγραφή , του μπακάλικου της μικρής γειτονιάς που μεγάλωσα . Σ' αυτή την γειτονιά , υπήρχαν κι άλλα μαγαζιά . Ένα φανοποιείο , όχι αυτοκινήτων , αλλά από αυτά που έφτιαχναν τενεκέδες , μπουριά κι άλλα λαμαρινένια πράγματα , ένα καθαριστήριο , ένα κατάστημα με νεωτερισμούς , ένα μικρό βιβλιοπωλείο , αλλά αυτό έκλεισε νωρίς γιατι ο κύριος Νόμπελ όπως μου άρεσε να τον λέω , συνελήφθη από τους χωροφύλακες της χούντας , ένα χασάπικο , ένα σουβλατζίδικο , το ζαχαροπλαστείο ο ''Κρίνος'' του κυρίου Μπάμπη και τόσα άλλα , που ίσως κάποτε , αν υπάρχει αυτό μπλόγκ , γράψω για αυτά !

  

1 σχόλιο:

Γεφυριστές είπε...

Ε-ΞΑΙ-ΡΕ-ΤΙ-ΚΟ!!!
Μου θύμισες το δικό μας το μπακάλικο (Αιγάλεω). Εκεί που μόλις κατάφερνα να τρυπώσω έπεφτα μέσα στο σακί με τα ξερά κρεμμύδια και τα έτρωγα μέχρι ...δακρύων!! Και τον μπακάλη μας μου θύμισες που με μάθαινε να προσθέτω πρώτα τις δεκάδες και μετά τις μονάδες!! Κι όταν το πετύχαινα μου έβαζε ένα μολύβι στο αυτί για βραβείο! Να΄σαι καλά Αλέκο και συγχαρητήρια και για την τεχνική τελειότητα :)