Φυσούσε πολύ αλλά τουλάχιστον δεν ήταν σαν την προηγούμενη ημέρα, ούτε σαν την άλλη που αναγκαστικά, η προβολή, αναβλήθηκε λόγω βροχής.
Έτσι από νωρίς οι λίγοι θεατές που τελικά βρέθηκαν στην μικρή πλατεία για να δουν το film, συζητούσαν κάπως ανήσυχοι αν θα είναι τυχεροί αυτή την φορά και θα δουν στο ''πανί'' τον αιρετικό Ηλία Πετρόπουλο.
Φαίνεται πως ο καιρός τους έκανε την χάρη κι αργότερα όταν ο συρμός του πρώτου πλάνου της ταινίας της Καλ. Λεγάκη, καθώς έβγαινε από τον σταθμό μια γλυκιά και ήσυχη βραδιά έπαιρνε την θέση του.
...κείμενο γραμμένο στις 31-8-1994 και τέλος δημοσιευμένο στην "Ελευθεροτυπία'' στις 17-12-1994
Ο Δωδεκάλογος του Καρούζου
Με τον αξέχαστο Νίκο Καρούζο είμασταν φιλαράκια. Ο Καρούζος μίλαγε (ή, μάλλον αγόρευε) υπέροχα. όταν ήθελα να τον ακούσω, κατηφόριζα ως του Λουμίδη, όπου ήταν βέβαιο πως θα τον εύρισκα πάντα εκεί. Κάποτε-κάποτε, καταλήγαμε σε καμιά ταβέρνα. Ο Καρούζος, πριν αρχίσει να πίνει, έτρωγε στα γεμάτα. Έτρωγε σιωπηλός. Μετά ζήταγε απ' το γκαρσόνι να μάσει τα μπάζα, δηλαδή τα άδεια πιάτα και τα πηρούνια. Και, τότε, μόνον τότε, ξεκίναγε να πίνει και να μιλάει. Ο Καρούζος ήταν ωραίος άντρας, αλλά δεν τόξερε. Είχε μεγάλη μόρφωση και ακόμα μεγαλύτερη πνευματικότητα. Μίλαγε επί παντός θέματος: Από τα ποιήματα του Καβάφη μέχρι την ζωγραφική του Δέρπαπα. Και όταν μίλαγε, ήταν σχεδόν γοητευτικός.
Καμιά φορά ερχότανε σπίτι μου και με ψιλορώταγε για τα βιβλία που ετοίμαζα. Συνήθως σκάλιζε τα χρωματιστά στυλό του γραφείου μου. Και έπειτα καθότανε κι έγραφε μικρά ποιηματάκια, χρησιμοποιώντας πάντοτε ένα στυλό με διαφορετικό χρώμα. Μια μέρα κάθισε και μου έγραψε κάτι λακωνικές συμβουλές. Θυμάμαι πως έγραφε κατ' ευθείαν, δίχχως κομπιάσματα, δίχως να διορθώνει τίποτε. Τώρα, έπειτα από σχεδόν τριάντα χρόνια, ψάχνοντας το αρχείο μου, όλο και βρίσκω τέτοια χαρτάκια του Καρούζου. Και ομολογώ ότι συγκινούμαι πολύ.
Στις 21 Δεκεμβρίου 1971, ξαναήρθε ο Νίκος Καρούζος στο σπίτι μου. Ήταν κάπως τσατισμένος. Άρχισε να μου κολλάει, γιατί είχα γράψει το βιβλίο μου για τον Ελύτη κτλ. Φαντάζομαι ότι ζήλευε, αλλά δεν μπορούσα να κάνω τίποτα -πολύ περισσότερο που εκτιμούσα απέραντα την ποίηση του Καρούζου κι αυτός το ήξερε κάλλιστα. Δεν του είπα τίποτα για να μην τον ερεθίσω. Και τότε, ξαφνικά, έπιασε κι έγραψε ένα κειμενάκι για το βιβλίο μου Ρεμπέτικα Τραγούδια, που είχε δημοσιευτεί προ τριετίας. Και σε λίγο, έκατσε μπρος στην γραφομηχανή και έγραψε τον Δωδεκάλογο που παραθέτω.
Επί είκοσι χρόνια μάθαινα τα νέα του Καρούζου από τον Φασιανό. Άλλωστε, ο Φασιανός μου αφηγήθηκε πολλά για τις τελευταίες μέρες του Ποιητή στο νοσοκομείο.
Ο Νίκος Καρούζος πέθανε, μα πάντα τον ακούω να μου μιλάει μ' εκείνη την πεντακάθαρη προφορά του Ναυπλίου.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου