Δευτέρα

Ο καραγκιόζης και τα παιδικά καλοκαίρια .

Εκείνα τα χρόνια , τα παιδικά του , δεν τον ενδιέφερε τόσο , αν θα παραθέριζε κάπου . Πως άλλωστε θα μπορούσε να γίνει αυτό . Δύσκολα χρόνια . Δουλειές υπήρχαν , αλλά ήταν και η προσαρμογή δύσκολη και που μυαλό για τέτοιες πολυτέλειες . Η πιο μεγάλη χαρά που μπορούσε να περιμένει ο κύριος ΑΜ , ήταν η γιορτή την τελευταία μέρα της σχολικής περιόδου , που θα σηματοδοτούσε τις ξέγνοιαστες μέρες που θα ακολουθούσαν , μέχρι τον επόμενο Σεπτέμβρη .
Ξέγνοιαστες μέρες ...γι αυτόν και την παλιοπαρέα του , εκεί στην γειτονιά , στο μικρό σοκάκι της Καλογρέζας , ίσως το μικρότερο τώρα που το σκέφτεται , με τα χαμηλά κεραμοσκεπασμένα προσφυγικά και τα δυό τρία διώροφα , των πιο καλά στεκούμενων γειτόνων .  
Αλήθεια , θυμάσαι εκείνο το βράδυ που ο δρόμος μας έφερε σ' εκείνο το στενό ;
Ξέγνοιαστες όμως μόνο γι' αυτόν , γιατί οι άλλοι , οι μεγάλοι , άλλα είχαν στο μυαλό τους . Οι μεγάλες απεργίες των οικοδόμων που συντάρασσαν την ήδη ταραγμένη Αθήνα , οι πορείες των εργατών , οι κινητοποιήσεις των Λαμπράκηδων . Οι πιο δύσκολες μέρες ήταν ακόμα μπροστά κι αυτός άργησε να το καταλάβει . Ο κόσμος γι' αυτόν και την παρέα του , έφτανε μόνο στην άκρη των δύο δρόμων της γειτονιάς του , στην Βιθυνίας και στην Ζωοδόχου Πηγής , εκεί , μήτε μέτρο παραπάνω .
Μεγάλη υπόθεση οι καλοκαιρινές διακοπές για τον Κύριο ΑΜ τότε . Τα βιβλία συγκεντρώνονταν σε μια γωνιά , για να επιστραφούν ώστε να τα βρουν οι μικροί ! μερικές φορές , με έναν μαγικό τρόπο , βρίσκονταν τα βιβλία της επόμενης τάξης σε κάποια γωνιά του σπιτιού για να γίνει η κατάλληλη προετοιμασία της επόμενης χρονιάς . Μάταια βέβαια περίμεναν . Που μυαλό γι αυτά .
Απ' το πρωί , μπάλα στο απέναντι άχτιστο οικόπεδο της γιαγιάς Πιπινιώς , άρμεγμα στις μουριές που έστεκαν φουντωμένες στα δύο πεζοδρόμια και με τα μούρα ζουμερά να στέκουν και να μας φωνάζουν να πάμε να τα μαζέψουμε . Τα μεσημέρια , αποκαμωμένος αυτός και οι υπόλοιποι , αλλά πιο πολύ για να γλυτώσουν απ' την γκρίνια της Μάνας , έφτανε ένας τριμμένος "μικρός ήρωας" και οι περιπέτειες του Γιώργου Θαλάσση , για να ξαποστάσει  και τ' απόγεμα , ατέλειωτες ποδηλατάδες . 

Ποτέ δεν κατάλαβε , πως έμαθαν να κάνουν ποδήλατο τόσα πιτσιρίκια , σε ένα μόνο ποδήλατο !
Ήταν μαγική αυτή η γειτονιά ...


Όμως , αυτό που τ' άρεσε πιο πολύ τα καλοκαίρια , ήταν όταν έπεφτε ο ήλιος . Το χλωμό φως που έριχναν οι δυο λάμπες στην άκρη του δρόμου , δεν έφτανε για να φωτίσει τις σκανταλιές που έβρισκαν την ευκαιρία να "γεννηθούν" . Ούτε καν τον φόβιζε η παρουσία των κυράδων που μαζεύονταν στις άκρες των πεζοδρομίων για να κάνουν την επίσημη ανασκόπηση των γεγονότων της ημέρας .
Αν η τύχη τόφερνε και βρισκόταν κανένα περισσευούμενο διφραγκάκι , τότε την γειτονιά την έσωζε το "ΡΙΟ" , ο μοναδικός σινεμάς (έτσι τον λέγανε τότε) κι αυτό όχι για πολύ , γιατί την επόμενη , έπρεπε όλη γειτονιά , να αντέξει τα κατορθώματα του Μασίστα που είχαν ξεσηκώσει όλοι οι πιτσιρικάδες .




Αν ήταν ακόμα πιο "τυχεροί" και περίσσευαν μερικές δραχμούλες παραπάνω , τότε η βραδιά έκλεινε με ένα σουβλάκι φτιαγμένο από τα άγια χέρια του Μήτσου κι ένα ξυλάκι σοκολάτα Παπασπύρου . Μα δεν ήταν πάντα τυχεροί όλοι κι έτσι , πολλές φορές , το ξυλάκι , πέρναγε από στόμα σε στόμα , που έννοιες τότε για αρρώστιες κι άλλα τέτοια ...
................................................................................................................................

Είχε προσέξει από καιρό που "παίδευα" ένα μικρό βιβλιαράκι κι όταν είδε τον τίτλο του με την άκρη του ματιού του , παίρνοντας το γνωστό αυστηρό του ύφος , μου ζήτησε να ρίξει μια ματιά .

................................................................................................................................

Εφημερίς ΕΣΤΙΑ
10 Ιουνίου 1901

" Εις τους επισήμους καραγκιόζηδες προσετέθησαν , ως αν ήσαν ολίγοι και οι οικογενειακοί τοιούτοι. Παιδάκια δύο ή τριών οικογενειών στήνουν μίαν σκηνήν , κατασκευάζουν τους ήρωας των δραμάτων και εις μάιν ταράτσαν στήνουν το θέατρον των . Θεαταί ως επί το πολύ είναι οι γείτονες θαυμάζοντες την ευφυΐαν των Τοτών . " 
Η Αθήνα ξενυχτά μέχρι τις δύο το πρωί και μετά από τις παραστάσεις ρίχνεται στο χορό και στο τραγούδι , φέρνοντας ακόμα μία φορά σε δύσκολη θέση τα όργανα του νόμου.*

..................................................................................................................................

Το άσπρο σεντόνι της Αριστείδαινας , τα κεριά που αρπάζανε από το μανουάλι της Ζωοδ. Πηγής και οι φιγούρες που έφτιαχνε ο Κυρ ΑΜ με τους άλλους δύο Αλέξανδρους της "συμμορίας" , ήταν αρκετά για να στηθεί η παράσταση . Μια αυτοσχέδια παράσταση , που πολλές φορές έφερνε και κέρδη οικονομικά , αφού το ματσάκι από τα χρησιμοποιημένα εισιτήρια , που πέταγε ο εισπράκτορας  στην διπλανή στάση , ανάλαμβαναν το ρόλο του επίσημου εισιτηρίου του θιάσου τους . 
Τα λίγα αυτοσχέδια σκαμνάκια , που αραδιάζονταν απέναντι από τον μπερντέ που στέκονταν αγέρωχος ανάμεσα στις δυό τεράστιες συκιές της αυλής του Κυρ Μιχάλη , γέμιζαν . Μαζί και οι τσέπες μας από πενταροδέκαρες που όταν συγκεντρώνονταν κάμποσες , τις αντάλλασσαν  με το πραγματικό "έπαθλο" που δεν ήταν άλλο  , από έναν σοκολατένιο πύραυλο !

Έτσι πέρναγαν εκείνα τα καλοκαίρια . Γεμάτα ανεμελιά , παιγνίδια , σινεμάδες , ξυλάκια παγωτό , "μικρούς ήρωες" που άλλαζαν χέρι ώρα την ώρα και πιο σπάνια , με κάποιο μπάνιο στην μακρινή Λούτσα με το κόκκινο φορτηγό που η αποστολή του τις άλλες ώρες ήταν να "εκτελεί μεταφορές" .
Και πέρασαν τα χρόνια και ήρθαν άλλα , πάλι δύσκολα , αλλά με άλλα παιγνίδια . Ήρθαν τα πρώτα πάρτυ , οι πρώτες φούμες και οι περαντζάδες σε άλλες γειτονιές ...μα εκείνα με τον αυτοσχέδιο καραγκιόζη , θα του μείνουν αξέχαστα , όσα χρόνια κι αν περάσουν .

*Το απόσπασμα από την Εφ. Εστία , το βρήκα στο βιβλίο του Θόδωρου Χατζηπανταζή "Η εισβολή του καραγκιόζη στην Αθήνα του 1890" και βρίσκετε στις τελευταίες του σελίδες . Κλείνοντας την ενδιαφέρουσα ανάγνωσή του , ήρθε αυτό για να μου φέρει στην μνήμη τα καλοκαίρια της δεκαετίας του '60.



1 σχόλιο:

Γεφυριστές είπε...

Τι σχόλιο να κάνεις κάποιος; προτιμώ να τα αναπολήσω.. μόνο να .. εμείς είχαμε στη γειτονιά κι ένα συντριβανοπήγαδο όπου έρχονταν οι καρπουζάδες να πουλήσουν. τρώγαμε με τα χέρια, πασαλειβόμασταν και μετά βουτάγμαε στα νερά του να ξεπλυθούμε. το απογευμα όμως επαιζε το ρόλο της μουσικής υπόκρουσης στον καραγκιόζη!