Μερικές φορές δεν είναι απαραίτητο να έχεις λάβει κάποια εξειδίκευση για να μπορέσεις να αντιληφθείς 'πράγματα' που μπορεί να σου είναι δύσκολο να τα περιγράψεις. Ας πούμε το 'φανταστικό' της λατινοεμερικάνικης λογοτεχνίας που το συναντάς ολοένα και περισσότερο στην σύγχρονη ευρωπαϊκή ή κι ελληνική λογοτεχνία πως να το εξηγήσεις; Σε συναρπάζει όμως κάθε που 'πέφτεις' απάνω του. Λες, σκέφτεσαι, αυτός να δεις που είχε διαβάσει αυτόν και θα τ' άρεσε. Άλλες πάλι φορές, μπερδεύεσαι όμορφα μ' αυτά τα παιγνίδια κι αναρωτιέσαι αν ο δυτικοευρωπαϊκός ρομαντισμός πέρασε από το φανταστικό των ισπανολατίνων ή απλά είναι μια σύμπτωση, αλλά και πάλι πως μπορούσε να συμβεί χρονικά, αφού έχουν μεγάλη διαφορά στην ηλικία;
Γεγονός πάντως είναι πως διαβάζοντας κάποιο λογοτεχνικό έργο, δεν υπάρχει ίσως πιο όμορφο από το να βυθίζεσαι σε μια αναζήτηση, τόσο για τους ήρωες που πρωταγωνιστούν ή έχουν κάποιο μικρό ή μεγάλο ρόλο στο έργο, όσο και γι αυτόν που το δημιούργησε.
Πως ήταν; Τι ήταν; Γιατί; Πότε; Που;
Βλέποντας την φωτογραφία του Hermann Broch, έχω την αίσθηση πως διαβάζει και συμπληρώνει τα βράδια που ο Γιόαχιμ ξεκουμπώνοντας το χιτώνιο του, σκέφτεται -κι όχι ίσως άδικα- την Ρουτσένα και αμέσως μετά μου επιβεβαιώνεται ότι το ρομαντικό συναντιέται με το φανταστικό ή φαντασιακό ή όπως το λέτε οι ειδικοί περί την λογοτεχνίαν!
Πέφτει το βράδυ και εξακολουθεί να σκέφτεται τη Ρουτσένα. Είναι κάτι ανοιξιάτικα βράδια που τα δειλινά τους διαρκούν πολύ περισσότερο απ΄όσο ορίζει η αστρονομία.
Τότε που η αραιή καταχνιά κατακάθεται σαν καπνός πάνω στην πόλη και της προσδίδει εκείνη την κάπως τεταμένη και καταθλιπτική ατμόσφαιρα της προσδοκίας που χαρακτηρίζει τις παραμονές των μεγάλων γιορτών. Κι ακόμη, το φως είναι σαν να έχει τόσο πολύ αιχμαλωτιστεί σ΄αυτήν την γκριζωπή καταχνιά ώστε υπάρχουν μερικά ίχνη του, ακόμη κι όταν όλα είναι σκοτεινά και βελούδινα.Είναι τότε που το σούρουπο διαρκεί πολύ, τόσο πολύ, ώστε οι ιδιοκτήτες των καταστημάτων ξεχνούν να κλείσουν τα μαγαζιά τους και στέκουν μπρος στην πόρτα και φλυαρούν με τις πελάτισσες, ώσπου περνάει ο αστυφύλακας και τους υπενθυμίζει χαμογελώντας ότι σύμφωνα με τις διατάξεις θα έπρεπε να είχαν κλείσει από ώρα. Ακόμη και τότε όμως σε πολλά μαγαζιά εξακολουθεί να τρεμοφέγγει ένα φως, γιατί στο πίσω μέρος τους η οικογένεια έχει κάτσει να φάει το βραδινό της, μόνο που δεν έχουν κατεβάσει τις βαριές μπάρες της εισόδου όπως κάνουν συνήθως, αλλά έχουν απλώς βγάλει μια καρέκλα έξω στην πόρτα για να δείξουν πως δεν θα εξυπηρετήσουν άλλους πελάτες, κι όταν αποσώσουν το φαγητό τους, τότε θα βγουν έξω και θα σύρουν μαζί τους και την καρέκλα τους για να καθίσουν να ξαποστάσουν ήσυχα-ήσυχα μπροστά στην πόρτα του μαγαζιού τους. Είναι να τους ζηλεύεις όλους αυτούς τους μικροκαταστηματάρχες και τους τεχνίτες που το σπίτι τους βρίσκεται στο πίσω μέρος του μαγαζιού τους: είναι αξιοζήλευτοι τον χειμώνα, όταν κατεβάζουν τις βαριές μπάρες, ώστε διπλά προστατευμένοι και ζεστοί να απολαύσουν τη φωτισμένη τους κάμαρη, που απ΄το τζάμι της μεσόπορτας, εκεί κατά τα Χριστούγεννα, βλέπουν να τους χαμογελάει το καταστόλιστο δέντρο που έχουν στήσει στο χώρο του καταστήματος τους, και είναι αξιοζήλευτοι και τα ήπια βράδια της άνοιξης και του φθινοπώρου, όταν με την γάτα στα γόνατα τους ή το χέρι τους να αργοσέρνεται στον απαλό σβέρκο του σκύλου τους, κάθονται μπροστά στην πόρτα τους σαν να βρίσκονται στη βεράντα του κήπου τους.
Hermann Broch
I 1888, Πάσενοβ ή Ο Ρομαντισμός
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου